Ο
τόπος έχει ανάγκη μια προοδευτική κεντροαριστερά.
Παραδομένη στο έλεος μιας νέας
πόλωσης, που αναπαράγει τις χειρότερες παραδόσεις του δικομματισμού, η πολιτική
ζωή βρίσκεται εγκλωβισμένη σε αδιέξοδες αναμετρήσεις, που διαστρέφουν τις
πραγματικές αντιθέσεις. Η επικίνδυνη θεωρία των δύο άκρων που επιχείρησε να
εισαγάγει η ΝΔ και ο ισοπεδωτικός αντιπολιτευτικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ συνθέτουν
πλέον ένα σκηνικό διαρκών επεισοδίων, που ακυρώνει κάθε πιθανότητα πολιτικού
διαλόγου και αναζήτησης λύσεων. Οι πολεμικές ρητορικές αφθονούν, ο πολιτικός
διάλογος σπανίζει, η πολιτική ατμόσφαιρα δηλητηριάζεται. Η αντίληψη των
στρατοπέδων απειλεί να διαγράψει κάθε διαφορετική άποψη, ανατροφοδοτώντας
διαρκώς πολώσεις, που διχοτομούν επικίνδυνα την ελληνική κοινωνία.
Στο κλίμα που διαμορφώνεται, το
εγχείρημα του επανακαθορισμού και επαναπροσδιορισμού του προοδευτικού πολιτικού
χώρου μεταξύ των συντηρητικών δυνάμεων και του αριστερού λαϊκισμού αποκτά
επείγοντα χαρακτήρα. Όσο μάλιστα εντείνεται ο ανταγωνισμός των εταίρων του νέου
διπολισμού, άλλο τόσο αναγκαία προβάλλει η συγκρότηση ενός σοσιαλιστικού πόλου
με ευρωπαϊκή οπτική, που θα θέτει στην πρώτη γραμμή των προτεραιοτήτων του την
αλλαγή των αδιέξοδων υφεσιακών πολιτικών και θα προτείνει ένα νέο μοντέλο
παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας.
Πολλοί, αναπαράγοντας παλιότερα
ερμηνευτικά σχήματα, εξακολουθούν να προσεγγίζουν το ζήτημα της δημιουργίας του
τρίτου πόλου με σχηματοποιήσεις άλλων εποχών και περιγράμματα πολιτικής
γεωγραφίας.Υποστηρίζουν, έτσι, ότι η ανασυγκρότηση – συγκόλληση
«κεντροαριστερών» κομμάτων και κινήσεων μπορεί να ανατρέψει το υπάρχον σκηνικό
και υποβαθμίζουν τις τεκτονικού χαρακτήρα αλλαγές που έχει επιφέρει η οικονομική
κρίση στην κοινωνική (και εκλογική) βάση των πολιτικών δυνάμεων που φιλοδοξούν
να εκπροσωπήσουν αυτό τον χώρο.
Την ίδια ώρα λοιπόν που η «μεσαία
τάξη» κείτεται ξέπνοη στο περιθώριο των εξελίξεων, εξαντλημένη από τις συνεχείς
περικοπές και την αφόρητη φορολογική πίεση που υφίσταται, προβάλλεται ως λύση
μία νεφελώδης έννοια «κεντροαριστερής» συμπαράταξης, χωρίς σαφές πρόσημο, και
πολιτική φυσιογνωμία, που υποτίθεται πως θα ανασυστήσει την έννοια του
«πολιτικού κέντρου».
Αυτό, άραγε, έχει ανάγκη η ελληνική
κοινωνία; Αυτό είναι το κενό που οφείλουν να καλύψουν τα κόμματα και οι πολίτες
που δεν νιώθουν πως έχουν θέση στο νέο διπολισμό ή, μήπως, χρειαζόμαστε μία
συλλογικότητα νέα, καινοτόμα και διακριτή, που θα δεν θα μιλάει μόνο για ένα
απροσδιόριστο αύριο, αλλά και για το δυσβάστακτο σήμερα;
Στις συνθήκες της παρατεταμένης
κρίσης που ζει η χώρα και οι πολίτες της, το μείζον δεν είναι οι «συγκολλήσεις»
κορυφής, αλλά ένας σοσιαλιστικός – προοδευτικός πόλος με διακριτό στίγμα, που θα τον διαφοροποιεί τόσο από τις
συντηρητικές πολιτικές που σφραγίζουν τον χαρακτήρα της σημερινής δικομματικής
κυβέρνησης όσο και από τον ανεδαφικό αριστερό λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ, που
επαγγέλλεται έναν αδύνατο παράδεισο.
Ο τόπος έχει ανάγκη μία προοδευτική
κεντροαριστερά και όχι μία κεντροαριστερά γενικών καθηκόντων. Μία παράταξη της
ευθύνης, που θα πολιτεύεται με ρεαλισμό και ευαισθησία, αναζητώντας συγκλίσεις
όχι για τις συγκλίσεις, αλλά για το συμφέρον των πολιτών, που στενάζουν κάτω
από το βάρος των πολιτικών των μνημονίων.
Η συγκρότηση του σχήματος
«Δημοκρατική Αριστερά – Προοδευτική Συνεργασία» επιχειρεί να καλύψει αυτό
ακριβώς το κενό. Αριστεροί, σοσιαλιστές, σοσιαλδημοκράτες, οικολόγοι,
ανένταχτοι πολίτες, άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών σχηματίζουν ήδη μια
πλατειά συμπαράταξη με σοσιαλιστικό χαρακτήρα, μεταρρυθμιστική αντίληψη και
ευρωπαϊκό ορίζοντα.
Γνωρίζουμε πως είμαστε ακόμα στην
αρχή. Έχουμε πλήρη συναίσθηση, ωστόσο, της αναγκαιότητας του εγχειρήματος. Οφείλουμε
να επιμείνουμε. Και θα επιμείνουμε, ώστε ο προοδευτικός πόλος που σήμερα
συγκροτούμε, να αποδειχθεί η μαγιά μιας μεγάλης προοδευτικής συσπείρωσης, που
θα λειτουργήσει ως εγγύηση σταθερότητας για τη χώρα.
Μας ερωτούν τι θα κάνουμε την επαύριο
των εθνικών εκλογών, εάν κανείς δεν μπορεί να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Απαντώ: η Δημοκρατική Αριστερά δεν
επενδύει στην πολιτική των αδιεξόδων. Αφουγκράζεται τις απαιτήσεις της
κοινωνίας, ακούει τη φωνή των πολιτών, που γυρίζουν την πλάτη στα πλαστά διχαστικά
διλήμματα και τάσσονται στη μεγάλη πλειονότητά τους υπέρ των κυβερνήσεων
συνεργασίας.
Αυτός είναι ο δρόμος που θα
ακολουθήσουμε, με «εργαλείο» τις προγραμματικές συμπτώσεις. Ο κόσμος που μας
εμπιστεύεται και θα μας εμπιστευθεί γνωρίζει ότι η βασική προϋπόθεση για την
όποια απόφασή μας παραμένει η δυνατότητα ή μη σύναψης συμφωνιών σε
προγραμματική βάση. Χωρίς αυτές, οι συμφωνίες μεταπίπτουν στην κατηγορία των
πολιτικών «γάμων» χωρίς αρχές, των συγκολλήσεων κορυφής για τη νομή της
εξουσίας.
Εύκολος δρόμος διεξόδου δεν υπάρχει.
Υπάρχει όμως άλλος δρόμος. Μπορούμε να βγούμε από την κρίση με διαφορετικές
πολιτικές επιλογές. Δεν ταυτίζεται η
οικονομική σταθερότητα, η δημοκρατική νομιμότητα και η ευρωπαϊκή
προοπτική με τον συντηρητισμό της σημερινής κυβέρνησης. Υπάρχει προοδευτική
διέξοδος, ακόμα και στις δυσκολότερες συγκυρίες.
Η πρόταση μας είναι διαφορετική πολιτικά και
όχι απλά καλύτερη διαχειριστικά. Δεν είναι μια ενδιάμεση άχρωμη θέση, αλλά μια
σαφής προοδευτική πρόταση αλλαγής πολιτικής. Μια πρόταση που θα επιφέρει
ελάφρυνση των οικονομικά αδύναμων, θα στηρίξει τη μεσαία τάξη , θα ενισχύσει
την επιχειρηματικότητα και θα δρομολογήσει την πορεία εξόδου από την κρίση ,
οικοδομώντας ένα άλλο πρότυπο οργάνωσης της πολιτείας, της οικονομίας και της
κοινωνίας, απαλλαγμένο από τα βαρίδια του παρελθόντος που μας οδήγησαν στην
κρίση.