Παρασκευή 31 Μαΐου 2013

Η Ασημίνα Ξηροτύρη στην STAR TV Δράμας

Η Ασημίνα Ξηροτύρη στην STAR TV Δράμας και στην εκπομπή ''Πρόσωπα'' με τον Ν.Κιοσσέ.
http://www.youtube.com/watch?feature=player_embedded&v=h7eq60KCkQU

Οι ρίζες του μίσους Κορνήλιος Καστοριάδης

Οι ρίζες του μίσους

Κορνήλιος Καστοριάδης

Υπάρχουν δύο ψυχικές εκφράσεις του μίσους: το μίσος για τον άλλο  και το μίσος για τον εαυτό μας, το οποίο συχνά δεν παρουσιάζεται ως τέτοιο. Αλλά πρέπει να καταλάβουμε ότι και τα δυο έχουν κοινή ρίζα, την άρνηση της ψυχικής μονάδας να δεχθεί αυτό που για την ίδια είναι ξένο. Η οντολογική αυτή διάρθρωση του ανθρώπου επιβάλλει αξεπέραστους εξαναγκασμούς σε κάθε κοινωνική οργάνωση και σε κάθε πολιτικό πλάνο. Καταδικάζει αμετάκλητα κάθε ιδέα για μία«διαφανή» κοινωνία, κάθε πολιτικό πλάνο που αποσκοπεί στην άμεση οικουμενική συμφιλίωση.

Κατά τη διαδικασία κοινωνικοποίησης, οι δύο διαστάσεις του μίσους χαλιναγωγούνται σε σημαντικό βαθμό, τουλάχιστον όσον αφορά τις πιο δραματικές εκδηλώσεις τους. Εν μέρει αυτό επιτυγχάνεται μέσω του μόνιμου αντιπερισπασμού που ασκείται στην καταστροφική τάση από τους «εποικοδομητικούς» κοινωνικούς σκοπούς - την εκμετάλλευση της φύσης, τον συναγωνισμό διαφόρων ειδών (τις «ειρηνικές» αγωνιστικές δραστηριότητες, όπως ο αθλητισμός, τον οικονομικό ή πολιτικό ανταγωνισμό, κτλ). Όλες αυτές οι διέξοδοι κατευθύνουν ένα μέρος του μίσους και της«διαθέσιμης» καταστροφικής ενέργειας, αλλά όχι το σύνολο τους.

Το κομμάτι του μίσους και της καταστροφικότητας που απομένει φυλάσσεται σε μία δεξαμενήέτοιμη να μετατραπεί σε καταστροφικές δραστηριότητες, σχηματοποιημένες και θεσμοθετημένες, που στρέφονται εναντίον άλλων ομάδων - δηλαδή να μετατραπεί σε πόλεμο. Αυτό δεν σημαίνει ότι το ψυχικό μίσος είναι η «αιτία» του πολέμου. Αλλά το μίσος είναι, αναμφίβολα, ένας όρος, όχι μόνο απαραίτητος αλλά και ουσιαστικός, του πόλεμοι».
Το μίσος καθορίζει τον πόλεμο και εκφράζεται μέσω αυτού, Η φράση του Αντρέ Μαλρό «είθε η νίκη σε αυτό τον πόλεμο να ανήκει σε όσους πολέμησαν χωρίς να τον αγαπούν» εκφράζει μία ελπίδα που στην πραγματικότητα διαψεύδεται σε όλους σχεδόν τους πολέμους. Αλλιώς δεν θα καταλαβαίναμε πώς εκατομμύρια άνθρωποι στη διάρκεια της ιστορίας ήταν πρόθυμοι, από τη μία στιγμή στην άλλη, να σκοτώσουν αγνώστους ή να σκοτωθούν από αυτούς. Και όταν η δεξαμενή του μίσους δεν βρίσκει διέξοδο στον πόλεμο, εκδηλώνεται υπόκωφα με τη μορφή της περιφρόνησης, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού.
Οι καταστροφικές τάσεις των ατόμων συνάδουν απόλυτα με την ανάγκη μίας κοινωνίας να ενδυναμώνει τη θέση των νόμων, των αξιών και των κανόνων της, ως μοναδικά στην τελειότητα τους και ως τα μόνα αληθινά, ενώ οι νόμοι, τα πιστεύω και τα έθιμα των άλλων είναι κατώτερα, λανθασμένη, άσχημα, αηδιαστικά, φριχτά, διαβολικά.

Και αυτό, με τη σειρά του, βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με τις ψυχικές ανάγκες του ατόμου. Γιατί ό,τι υπάρχει πέρα από τον κύκλο σημασιών που τόσο επίπονα περιέβαλε στον δρόμο προς την κοινωνικοποίηση είναι λανθασμένο, άσχημο, ασύνετο. Το αυτό συμμερίζεται η ομάδα στην οποία ανήκει: φυλή, χωριό, έθνος, θρησκεία. Πρέπει να γίνει σαφώς αντιληπτό ότι κάθε απειλή προς τις θεσμοθετημένες ομάδες, στις οποίες ανήκουν τα άτομα, βιώνεται από αυτά ως πιο σοβαρή από μία απειλή κατά της ζωής τους,

Τα χαρακτηριστικά αυτά παρατηρούνται με μεγαλύτερη ένταση στις εντελώς κλειστές κοινωνίες: στις αρχαϊκές ή παραδοσιακές αλλά ακόμη περισσότερο στις σύγχρονες απολυταρχικές. Η κύρια απάτη είναι πάντα: οι κανόνες μας είναι το καλό· το καλό είναι οι κανόνες μας· οι κανόνες μας δεν είναι ίδιοι με τους δικούς τους· άρα οι κανόνες τους δεν είναι καλοί. Επίσης: ο θεός μας είναι ο αληθινός· η αλήθεια είναι ο θεός μας· ο θεός μας δεν είναι ίδιος με τον δικό τους· άρα ο θεός τους δεν είναι ο αληθινός.

Πάντα φαινόταν σχεδόν αδύνατο οι ανθρώπινες ομάδες να αντιμετωπίζουν το διαφορετικό ως ακριβώς αυτό: απλώς διαφορετικό. Επίσης, ήταν σχεδόν αδύνατο να αντιμετωπίζουν τους θεσμούς των άλλων ως ούτε κατώτερους ούτε ανώτερους αλλά απλώς ως διαφορετικούς. Η συνάντηση μίας κοινωνίας με άλλες συνήθως ανοίγει τον δρόμο για τρεις πιθανές εκτιμήσεις: οι άλλοι είναι ανώτεροι από εμάς είναι ίσοι ή είναι κατώτεροι. Αν δεχτούμε ότι είναι ανώτεροι, οφείλουμε να απαρνηθούμε τους θεσμούς μας και να υιοθετήσουμε τους δικούς τους. Αν είναι ίσοι θα μας ήταν αδιάφορο αν οι άλλοι είναι χριστιανοί ή ειδωλολάτρες. Οι δύο αυτές  πιθανότητες είναι απαράδεκτες. Διότι αμφότερες προϋποθέτουν ότι το άτομο πρέπει να εγκαταλείψει τα σημεία αναφοράς του ή τουλάχιστον να τα θέσει υπό αμφισβήτηση.

Δεν απομένει λοιπόν παρά η τρίτη πιθανότητα: οι άλλοι είναι κατώτεροι. Αυτό βεβαίως αποκλείει την πιθανότητα οι άλλοι να είναι ίσοι με εμάς, με την έννοια ότι οι θεσμοί τους απλώς δεν συγκρίνονται με τους δικούς μας. Ακόμη και στην περίπτωση «μη θρησκευτικών» πολιτισμών, μία τέτοια παραδοχή θα δημιουργούσε αναπάντητα ερωτηματική στο καθαρώς θεωρητικό επίπεδο: πώς αντιμετωπίζει κανείς κοινωνίες που δεν αναγνωρίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, επιβάλλουν στους πολίτες τους σκληρές ποινές ή έχουν απαράδεκτα έθιμα;

Ο δρόμος προς την αναγνώριση του διαφορετικού αρχίζει στο ίδιο σημείο και έχει τα ίδια κίνητρα με την αμφισβήτηση των δεδομένων θεσμών της κοινωνίας, την απελευθέρωση των σκέψεων και των πράξεων, εν ολίγοις τη γέννηση της δημοκρατίας και της φιλοσοφίας. Εδώ μπαίνει κανείς σε πειρασμό να πει ότι το άνοιγμα της σκέψης και ο μερικός και σχετικός εκδημοκρατισμός των πολιτικών καθεστώτων της Δύσης συνοδεύτηκαν από την παρακμή του σωβινισμού, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού. Ωστόσο, δεν μπορούμε να δεχτούμε αυτή την ιδέα χωρίς να θέσουμε ισχυρούς περιορισμούς. Αρκεί να σκεφτούμε με πόσο ακραία επιθετικότητα επανεμφανίστηκε ο εθνικισμός, η ξενοφοβία και ο ρατσισμός τον 20ό αιώνα σε χώρες «ανεπτυγμένες» και «δημοκρατικές».
Όλα όσα ειπώθηκαν μέχρι εδώ αφορούν τον αποκλεισμό του άλλου. Δεν αρκούν για να "εξηγήσουμε» γιατί αυτός ο αποκλεισμός γίνεται διάκριση, περιφρόνηση, απομόνωση, και τελικά μίσος, λύσσα και δολοφονική τρέλα. Δεν πιστεύω όμως ότι μπορεί να υπάρξει γενική «εξήγηση».
Μπορώ μόνο να αναφέρω έναν παράγοντα που αφορά τις μαζικές εκρήξεις εθνικού και ρατσιστικού μίσους στη σύγχρονη εποχή. Η κατάρρευση, στις καπιταλιστικές κοινωνίες, σχεδόν όλων των αρχών είχε ως επίπτωση τη συσπείρωση για λόγους ταύτισης γύρω από τη «θρησκεία», το «έθνος» ή τη «ράτσα» και όξυνε το μίσος προς τους ξένους. Η κατάσταση δεν είναι διαφορετική στις μη ευρωπαϊκές κοινωνίες που υφίστανται το σοκ της εισβολής του μοντέρνου τρόπου ζωής, άρα και την κονιο­ποίηση των παραδοσιακών ση­μείων αναφοράς με τα οποία ταυτίζονται τα άτομα. Το αποτέλεσμα είναι η αύξηση του θρησκευτικού και/ή εθνικού φανατισμού.

Μία τελευταία παρατήρηση που αφορά ον ρατσισμό. Το κύριο και καθοριστικό χαρακτηριστικό του ρατσισμού είναι η «απαραίτητη μη μετατρεψιμότητα» του άλλου. Ο θρησκευτικά μισαλλόδοξος δέχεται με χαρά τον προσηλυτισμό των απίστων ο «λογικά» εθνικιστής χαίρεται όταν ξένα εδάφη προσαρτώνται στη χώρα του και οι κάτοικοι τους «αφομοιώνονται» Δεν είναι όμως τέτοια η περίπτωση του ρατσιστή. Οι γερμανοί εβραίοι θα ήθελαν να παραμείνουν πολίτες του Τρίτου Ράιχ· αλλά οι ναζιστές ούτε να το ακούσουν.
Ακριβώς γιατί στην περίπτωση του ρατσισμού το αντικείμενο του μίσους πρέπει να είναι «μη μετατρέψιμο». Γι' αυτό ο ρατσιστής επικαλείται ή εφευρίσκει δήθεν φυσικά (βιολογικά), άρα μη μετατρέψιμα, χαρακτηριστικά του αντικειμένου του μίσους του: το χρώμα του δέρματος του, τα διακριτικά γνωρίσματα του προσώπου του. Τέλος, θα ήταν απολύτως δικαιολογημένο να συνδέσουμε αυτή την ακραία μορφή του μίσους προς τον άλλο με το πιο σκοτεινό, πιο άγνωστο και πιο συγκρατημένο είδος μίσους: το μίσος προς τον εαυτό μας.
Η αυτονομία, δηλαδή η πλήρης δημοκρατία, και η αποδοχή του άλλου δεν αποτελούν φυσική ανθρώπινη κλίση. Αμφότερες συναντούν τεράστια εμπόδια. Γνωρίζουμε από την ιστορία ότι ο αγώνας για τη δημοκρατία είχε μέχρι σήμερα οριακά μεγαλύτερη επιτυχία από τον αγώνα κατά του σωβινισμού, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού. Αλλά για όσους είναι στρατευμένοι στο μοναδικό πολιτικό πλάνο που χρήζει υπεράσπισης, το πλάνο της οικουμενικής ελευθερίας, ο μοναδικός ανοικτός δρόμος είναι η συνέχιση του αγώνα κόντρα στο ρεύμα.

για τη δημόσια τηλεόραση του Φώτη Γεωργελέ


Ο Φώτης Γεωργελές είναι δημοσιογράφος. Σπούδασε Νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Κοινωνιολογία και Πολιτική Οικονομία στο Παρίσι

Edito 438


Ξn
υπνάω νωρίς. Και αυτόματα, κάνω το λάθος να πατήσω το τηλεκοντρόλ. Πέφτω σε πρωινή συζήτηση για το μέλλον της δημόσιας τηλεόρασης. Όπως σε όλες τις ανάλογες τηλεοπτικές συζητήσεις, σε μάχες που έχουν ελάχιστη σχέση με την πραγματικότητα, λαϊκοί αγωνιστές δίνουν αγώνες για να υπερασπίσουν το κράτος, το δημόσιο, την ενημέρωση, την κρατική τηλεόραση, από την επίθεση των μνημονίων και των κερδοσκόπων.
Θέλει κανείς να καταργήσει τη δημόσια τηλεόραση; Αμφισβητεί κανένας το ρόλο της; Τότε γιατί δεν μπορούμε να συζητήσουμε πραγματικά πόση και τι δημόσια τηλεόραση θέλουμε; Και πόσο είμαστε διατεθειμένοι να πληρώσουμε γι’ αυτό; Ο κρατισμός και η κομματοκρατία έχουν γίνει τόσο απόλυτα κυρίαρχη ιδεολογία, ώστε όταν κάποιος τολμάει να θέσει τα απλά, λογικά ερωτήματα, αντιμετωπίζεται ως εχθρός του λαού.
Εσύ πόση ΕΡΤ θέλεις στη ζωή σου; Και πόσο είσαι διατεθειμένος να πληρώσεις γι’ αυτό; Δηλαδή, τι άλλο προτιμάς να στερηθείς για να έχεις αυτή την τηλεόραση που έχεις; Γιατί όλα έχουν ένα αντίτιμο, δεν μας χαρίζουν τίποτα. Συζητάτε για 4,5 ευρώ το μήνα, λένε οι υποστηρικτές του λεφτά υπάρχουν. Αν τα 51 ευρώ το χρόνο δεν είναι να το κάνουμε θέμα, τότε γιατί μας ενοχλεί ο φόρος ακίνητης περιουσίας; Γιατί συζητάμε για τα 10 ευρώ το στρέμμα και μας φαίνεται χαράτσι; Αν είμαστε τόσο large γιατί μιλάμε για «ανθρωπιστική καταστροφή»;
Πριν λίγο καιρό διαπιστώσαμε ότι ο συνολικός τζίρος όλης της τηλεοπτικής αγοράς είναι μικρότερος από τα 300 εκατομμύρια που πληρώνει η ελληνική κοινωνία για τη δημόσια τηλεόραση, μέσω των λογαριασμών. Πράγμα που είναι υπερβολικό. Όμως κι αυτό είναι η μισή αλήθεια. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι μόνο τα 4 κανάλια της ΕΡΤ, οι 7 κεντρικοί και οι 19 περιφερειακοί ραδιοφωνικοί σταθμοί. Είναι ακόμα τα τηλεοπτικά κανάλια και ραδιόφωνα της Βουλής, των δήμων, των κομμάτων, της εκκλησίας. Δεκάδες, δηλαδή, μέσα ενημέρωσης που συντηρούνται από το κράτος.
Δεν υπάρχει κανένα άλλο κράτος στον κόσμο που να έχει αυτή την πολυτέλεια. Ούτε στη Βενεζουέλα του Τσάβες δεν εκδίδει το κράτος τηλεοπτικά περιοδικά. Άρα, τα 300 εκατομμύρια είναι πολύ παραπάνω. Ούτε αυτό όμως τελειώνει εδώ. Γιατί σε όλα αυτά τα σιτιζόμενα από το δημόσιο χρήμα Μέσα, διοχετεύεται κι άλλο κρατικό χρήμα με ποικίλες μορφές. Κρατικές διαφημίσεις, κρατικές επιχορηγήσεις, χορηγίες από επιχειρήσεις που ελέγχονται από το κράτος. Δάνεια που παίρνουν με την εγγύηση του κράτους, τα οποία δεν πληρώνουν και φορτώνονται κι αυτά στο έλλειμμα. Δεν πληρώνουν εφορίες και ταμεία και δημιουργούν κι άλλες τρύπες στους δημόσιους φορείς. Δεν πληρώνουν ρεύμα, νερό, αφήνουν απλήρωτους τους λογαριασμούς και τα ελλείμματα προστίθενται συνεχώς στο μεγάλο που έχει πνίξει τη χώρα.
Με άλλα λόγια, μόνο σ’ αυτά τα 4 τελευταία χρόνια της κρίσης, ο λογαριασμός από τα Μέσα Ενημέρωσης που χρηματοδοτούνται από το δημόσιο ξεπερνάει το «χαράτσι» της ΔΕΗ. Που λέμε ότι εξοντώνει την κοινωνία, ότι δυναμίτισε την αγορά στέγης και εκτόξευσε την ανεργία. Προτιμάμε να έχουμε κανάλι της Βουλής; Γούστο μας. Υποκριτές μόνο να μην είμαστε. Να λέμε ότι γίνεται να μην κόψουμε τίποτα. Γιατί αυτό ξέρουμε ήδη τι σημαίνει. Ποιοι το φωνάζουν. Αυτοί που δεν θέλουν οι ίδιοι να χάσουν τίποτα. Για να χάσουν όλοι οι άλλοι τα πάντα.
Έχει καμία σοβαρότητα αυτή η συζήτηση περί δημόσιας τηλεόρασης; Καμία. Στον καιρό της επικοινωνιακής κοσμογονίας είναι αστείο να μιλάμε για δεκάδες κρατικά ΜΜΕ. Δεν συμβαίνει πουθενά στον κόσμο. Το αντίθετο. Οι υποστηρικτές του κρατισμού υπονομεύουν το ρόλο της δημόσιας ενημέρωσης. Τι εξυπηρετούν κάμποσα ΜΜΕ με τηλεθέαση μηδέν, 2, 3, 5%; Ένα μεγάλο δημόσιο κανάλι με 10-15% θεαματικότητα και ανταγωνιστικό θα ήταν και θα έδινε τον τόνο σε μια ενημέρωση που κυριαρχείται από ιδιωτικά συμφέροντα. Ένα μεγάλο κανάλι, ισχυρό, και 2-3 ραδιόφωνα θα ήταν υπεραρκετά σ’ αυτή τη χώρα που ο πληθυσμός της είναι όσος μιας πόλης της υφηλίου. Σε κάθε κανονική χώρα ακόμα και πρόβλημα να μην είχε, πόσο μάλλον αν είχε χρεοκοπήσει, το κράτος θα προκήρυσσε όλες αυτές τις άδειες, θα τις νοίκιαζε, και όχι μόνο θα εξοικονομούσε τις ζημιές αλλά θα είχε και ετήσια έσοδα, θα προσέλκυε επενδύσεις. Όχι εδώ. Εδώ υπερασπίζουμε τη δημόσια τηλεόραση και ενημέρωση. Οι λειτουργοί της οποίας απεργούν καθημερινά γιατί δεν πληρώνονται. Πράγμα που δεν εμποδίζει να προσλαμβάνουν κι άλλους ως «προσωπικό ειδικών θέσεων». Λεφτά υπάρχουν. Τα δικά σου.
Μήπως όμως η κουβέντα γίνεται για τους εργαζόμενους που θα χάσουν τις δουλειές τους; Κάποτε είχαν φτάσει τις 6-7 χιλιάδες, τώρα λένε ότι είναι περίπου 3 χιλιάδες στην ΕΡΤ. Λένε, γιατί με το ελληνικό δημόσιο ποτέ δεν ξέρεις τα νούμερα. Θα ’ναι και μερικές εκατοντάδες σε όλα τα άλλα, κομματικά, βουλευτικά, εκκλησιαστικά, δημοτικά. Πρώτα-πρώτα και ελάχιστα να κρατήσουμε, με την αρχοντιά και την ευρυχωρία αυτού του κράτους, οι μισοί θα μείνουν. Οι άλλοι μισοί δεν θα δουλέψουν στα ισάριθμα ιδιωτικά που θα αντικαταστήσουν τα κρατικά; Δεν υπάρχουν άνθρωποι που θα συνταξιοδοτηθούν, που έχουν δεύτερες και τρίτες δουλειές και δεν θα μείνουν χωρίς δουλειά; Κι αν μείνουν και μερικές εκατοντάδες άνεργοι, σοβαρά τώρα, πιστεύετε ότι σ’ αυτή τη χώρα του 1,5 εκατομμυρίου ανέργων σπαταλώνται εκατοντάδες εκατομμύρια κάθε χρόνο σε σταθμούς μηδενικής ακροαματικότητας για να μη μείνουν άνεργοι 200-300 εργαζόμενοι; Να τους δώσουμε μια χρονιά όλη την εισφορά, να γίνουν όλοι εκατομμυριούχοι, να τελειώσουμε, να κάνουμε ό,τι και ο υπόλοιπος κόσμος.
Εννοείται ότι το πρόβλημα δεν είναι οι εργαζόμενοι. Ούτε καν η ενημέρωση, όλες αυτές οι κορόνες για επεμβάσεις της κυβέρνησης και δημόσια ανεξαρτησία γνώμης που λείπει από τα ιδιωτικά μέσα, είναι απλά συνθήματα. Και αντιφατικά μεταξύ τους. Ούτε τα κόμματα χρειάζονται μέσα ενημέρωσης κομματικά για να ακουστεί η φωνή τους, μηδενική απήχηση έχουν άλλωστε. Στην εποχή της ταχύτατης διάδοσης της πληροφορίας από παντού, με κάθε μέσον, η εικόνα των ελληνικών κρατικοδίαιτων ΜΜΕ έχει λήξει από τη δεκαετία του 1970. Τα υποτιθέμενα Μέσα του ευρύτερου κρατικού και κομματικού χώρου είναι μια ψυχρή μεταβίβαση δημόσιων πόρων στο πολιτικό σύστημα. Το οποίο διαχειρίζεται πάνω από 500 εκατομμύρια κάθε χρόνο, μοιράζει λεφτά, αναθέτει παραγωγές, διορίζει, αγοράζει πολιτική προστασία από τους δημοσιογράφους, τοποθετεί το κομματικό προσωπικό, δημιουργεί πολιτικό χρήμα. Γι’ αυτό μετά από 4 χρόνια ύφεσης, με 1,5 εκ. ανέργους, με μισούς μισθούς και συντάξεις, είναι ταμπού να αγγίξει έστω και ένα χρεοκοπημένο ραδιοφωνικό δημοτικό σταθμό, να κάνει ιντερνετική την τηλεόραση της Βουλής. Λεφτά υπάρχουν. Για όσους μπορούν να τα πάρουν.
Όταν στις δύο μεγάλες πόλεις μας εξελέγησαν δύο δήμαρχοι που δεν κουβάλαγαν μαζί τους κομματικούς στρατούς, είχαν πει: Δεν μπορώ να πληρώνω 8,5 εκ. για να με λιβανίζει μια τηλεόραση, όταν δεν μπορώ να μαζέψω τα σκουπίδια. Δεν μπορώ να πληρώνω 17 εκ. για ένα ραδιόφωνο, όταν δεν έχω να πληρώνω τους παιδικούς σταθμούς. Είπαν, δηλαδή, την απαγορευμένη λέξη, αυτή που όλοι οι αντιμνημονιακοί αγωνιστές με τους φλογερούς αγώνες εναντίον της Μέρκελ προσπαθούν να μας κρύψουν: επιλογή. Τι θα κόψουμε για να μειώσουμε το έλλειμμα; Ποιοι θα πληρώσουν;
4 χρόνια μετά έχουν κοπεί μισθοί, συντάξεις, η ανεργία έφτασε στο 27%. Αν ανοίξεις το πρωί την τηλεόραση, όμως, θα δεις επαναστάτες και πατριώτες να δίνουν μάχες εναντίον του μνημονίου. Για τη δημόσια τηλεόραση, ρε γαμώτο! Για να μη πέσει στα χέρια των κερδοσκόπων...

Μ. Ρεπούση: Δεν έκανα καμία αναφορά στο Ζάλογγο, ας ψάξουν στον Μεσαίωνα για μάγισσες

Μ. Ρεπούση: Δεν έκανα καμία αναφορά στο Ζάλογγο, ας ψάξουν στον Μεσαίωνα για μάγισσες

35552-80195“Δεν έχω κάνει καμια απολύτως αναφορά στο χορό του Ζαλόγγου, στην ελληνική πολτική σκηνή υπάρχει ένα κυνήγι μαγισσών, αν θέλουν μάγισσες ας τις αναζητήσουν στον Μεσαίωνα” είπε στο Mega η Μαρια Ρεπούση, μετά τον θόρυβο που προκάλεσε ραδιοφωνική δήλωσή της (Alpha 9,89) όταν ζητήθηκε η άποψή της για τον χορό του Ζαλόγγου. Οπως είπε η κ. Ρεπούση, παρέπεμψε στην βιβλιογραφία για το συγκεκριμένο γεγονός και στη συνέχεια έγινε μια γενική συζήτηση για την ιστορία, στην οποία σημείωσε ότι κάθε λαός στη διαδρομή του δημιουργεί εθνικούς μύθους. “Δεν αναφερόμουν μόνο στην Ελλάδα, αλλα γενικά στον τρόπο που συγκροτείται η Ιστορία” υπογράμμισε χαρακτηριστικά η κ. Ρεπούση.
Στο επίμαχο απόσπασμα ο δημοσιογράφος ρωτά την κ. Ρεπούση αν ο χορος του Ζαλόγγου είναι αληθινό γεγονός. Η κ. Ρεπούση απαντα ως εξής:  Υπάρχει ενα πολυ καλό βιβλίο και πολλές μελέτες. Δεν θέλω να μιλήσω για θέματα για τα οποία δεν ειμαι ειδική. Εγω μπορώ να σας πως ότι μέσα στην ιστορία και στη διαδροιμή του κάθε λαός δημιουργεί – αυτο που λέμε- τους εθνικούς μύθους για συγκεκριμένους λόγους. Για παραδειγμα, όταν είχαμε ζήτημα συνόρων τον 19ο αιώνα με χιλιάδες αλύτρωτους Ελληνες, καταλαβαίνετε ότι η ιστορία είχε και μια τέτοια χρήση εθνικοπατριωτική προκειμένου να εμφυσήσει αυτό το εθνικό κοινό αίσθημα. Εμεις σήμερα λέμε ότι στόχος της Ιστορίας  είναι να δημιουργήσει ιστορική σκέψη και κρίση στους αυριανούς πολίτες. Και με αυτό τον στόχο είμαστε περισσότερο πατριώτες απο άλλους που λένε οτι η ιστορία πρέπει να διδάσκει αυτα που διδάχθηκαν οι παπούδες και οι γιαγιάδες μας.
Στο πλευρό της ο Τατσόπουλος
Αργά χθες το βράδυ, υπέρ της Μαρίας Ρεπούση τοποθετήθηκε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Πέτρος Τατσόπουλος. Μεταξύ άλλων σημείωσε στο facebook: «Πάντοτε πίστευα ότι δεν υπάρχει πιο επικίνδυνος αχταρμάς από την πρόσμειξη της ιστορικής έρευνας με την εκάστοτε πολιτική ή θρησκευτική μισαλλοδοξία. Από την άλλη, αν δεν πάρουν κάποιοι το ρίσκο να επαναλάβουν δημόσια αυτά που από χρόνια συζητούν στα φοιτητικά αμφιθέατρα θα παραμείνουμε εσαεί αθύρματα του κάθε καλόγερου, του κάθε ιμάμη και του κάθε ραβίνου. Ναι, είναι επικίνδυνο αυτό που κάνει η Μαρία. Οχι για το έθνος. Για την ίδια».

τα κύρια σημεία διαφωνίας με τις "προσθήκες" που έχει καταθέσει η ΝΔ

Ανακοίνωση της ΔΗΜΑΡ για τα κύρια σημεία διαφωνίας με τις "προσθήκες" που έχει καταθέσει η ΝΔ


Η πρόταση νόμου για την τροποποίηση του ν. 927/79 ουσιαστικά εισάγει νέο νόμο, διότι τροποποιεί τα βασικά άρθρα του ν. 927/79 και εισάγει νέες παραβατικές συμπεριφορές (νέα αρθ.1,2,3,4).

Παρ’ όλα αυτά, σε σχέση με το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης που κατατέθηκε ως πρόταση νόμου, έχει κύριες διαφοροποιήσεις:


•Στο αρθ. 1 του σχεδίου νόμου της ΝΔ τιμωρείται η υποκίνηση ή πρόκληση βίας ή μίσους μόνον όταν στρέφεται με ρατσιστικό κίνητρο κατά μεμονωμένου προσώπου και όχι όταν στρέφεται κατά ομάδας προσώπων. 
Αυτό ακυρώνει κάθε πιθανότητα εφαρμογής του νόμου, αφού η υποκίνηση σε βία ή μίσος δεν αφορά ποτέ ένα άτομο, αλλά κατηγορίες ατόμων. 
•Τιμωρεί στο αρθ. 2 του σχεδίου νόμου την επιδοκιμασία ή υποτίμηση γενοκτονιών και του ναζιστικού ολοκαυτώματος, όχι όμως και την άρνησή τους. 
•Εξαλείφει τη δυνατότητα προστασίας αλλοδαπών θυμάτων και μαρτύρων ρατσιστικών εγκλημάτων με αποτέλεσμα τα θύματα ή οι μάρτυρες να μην παρίστανται κατά τη δίκη, αφού θα έχουν απελαθεί και διευκολύνεται έτσι η αθώωση των δραστών τέτοιων εγκλημάτων. 
•Εξαλείφεται η πρόβλεψη να τιμωρείται και η διέγερση σε φθορές ή βλάβη πραγμάτων των θυμάτων ρατσιστικής δράσης. Δηλαδή, αν υπάρξει πρόκληση να καούν τα καταστήματα των αλλοδαπών ή χώροι λατρείας στο κέντρο της Αθήνας, χωρίς να υπάρξει βία κατά των προσώπων των αλλοδαπών, αυτό δεν θα τιμωρείται σύμφωνα με την πρόταση της ΝΔ.
•Απαλλάσσει από την ποινική ευθύνη το κράτος και τα όργανά του που με οποιοδήποτε τρόπο προκαλούν ρατσιστική βία, επιτρέποντας δηλαδή τη δημόσια υποκίνηση ρατσιστικού μίσους από το κράτος και τους υπαλλήλους του.
Συγκεκριμένα, στο άρθρο 3 της πρότασης νόμου της ΝΔ, προβλέπεται ότι οι βασικές διατάξεις ποινικοποίησης της πρόκλησης ή υποκίνησης ρατσιστικής βίας ή μίσους κατά προσώπων και της επιδοκιμασίας γενοκτονιών «δεν εφαρμόζονται στο Κράτος και τα όργανά τους και στους διεθνείς οργανισμούς».
•Εξαλείφει από το πεδίο προστασίας του νόμου τη βία ή το μίσος κατά προσώπων με βάση το γενετήσιο προσανατολισμό, επιτρέποντας δηλαδή τη ρατσιστική βία κατά ομόφυλων ατόμων. 

Μικρέμποροι λιανικής πολιτικής του Νίκου μπίστη

Μικρέμποροι λιανικής πολιτικής

Photo: Μ. Μυρίλλας @fosphotos.com
Photo: Μ. Μυρίλλας @fosphotos.com
Να μην ξανακούσω για τις δυνάμεις του «δημοκρατικού, συνταγματικού, ευρωπαϊκού τόξου». Γιατί όταν στο κορυφαίο θέμα της αντιμετώπισης του ρατσισμού και του ναζισμού δεν μπορούν να συνεννοηθούν, πού θα συναντηθούν για να δικαιολογήσουν τον τίτλο που, κατά τα άλλα, θέλουν να κουβαλάνε; Στον ΦΠΑ για την εστίαση; Ο λόγος για τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, αυτήν την καρικατούρα του νέου δικομματισμού, που με τις πράξεις τους και τις ανακοινώσεις τους υποβαθμίζουν (ναι, πάντα υπάρχει πιο κάτω) το επίπεδο της πολιτικής αντιπαράθεσης. Βολεμένοι και οι δυο στο δίπολο "μνημόνιο-αντιμνημόνιο", τυφλοί και αναίσθητοι μπροστά στη ρατσιστική βία που δηλητηριάζει την πολιτική και κοινωνική ζωή στρεψοδικούν, αυτοαναιρούνται, γελοιοποιούνται και τελικά βλάπτουν τον τόπο και τη Δημοκρατία.
Η «ευρωπαϊκή» ΝΔ κάνει ότι δεν καταλαβαίνει την υποχρέωση της χώρας να συμμορφωθεί με την Απόφαση-Πλαίσιο της ΕΕ του 2008. Πρώτα με τον Καραγκούνη ζητάει από τον Ρουπακιώτη να ενεργοποιήσει -και να αυστηροποιήσει μάλιστα!- το Νομοσχέδιο του ΠΑΣΟΚ, μετά αλλάζει γνώμη και τώρα ζητάει και τα ρέστα. Εδώ ξέχασαν τα Ζάππεια, θα κολλήσουν σε μια εντολή που δώσανε; Έχουμε, λένε, επαρκές νομοθετικό πλαίσιο από το 1979. Ναι; Και τότε γιατί όταν είχε έρθει ο αντιτρομοκρατικός νόμος η ΝΔ δεν ισχυρίστηκε ότι μπορεί η τρομοκρατία να αντιμετωπιστεί με τον Ποινικό Κώδικα, που τιμωρεί μια χαρά την ανθρωποκτονία, την οπλοκατοχή και την οπλοχρησία, τη σύσταση συμμορίας και τα άλλα συναφή; Γιατί τότε ήσαν στα κεραμίδια και έλεγαν ότι έχουμε να αντιμετωπίσουμε ένα πρωτόγνωρο ως προς την έκτασή του φαινόμενο και ότι ο νέος νόμος αποβλέπει στην ευαισθητοποίηση της κοινωνίας και την εγρήγορση των διωκτικών αρχών; Γιατί τότε ο νόμος είχε και παιδευτικό προτρεπτικό χαρακτήρα ενώ τώρα είναι περιττός; Από το 1979 τίποτε δεν άλλαξε ως προς τη σύνδεση μισαλλόδοξου λόγου και πράξεων ρατσιστικής βίας; Και γιατί πριν δυο μέρες τρεις κορυφαίοι παράγοντες της ΕΕ χωρίς μισόλογα αποδοκίμασαν την αδυναμία της ελληνικής πολιτείας να προσαρμόσει τη νομοθεσία της; Η αλήθεια για τους λόγους της θεαματικής μεταστροφής ξέφυγε (;) από το στόμα του Γιάννη Μιχελάκη: «Κακά τα ψέματα, 400.000 Έλληνες που ψήφισαν Χρυσή Αυγή, θα τους πεις ότι απαγορεύεται το οτιδήποτε;». Όχι, αλίμονο, κύριε Μιχελάκη. Αντιθέτως, θα τους πεις ότι επιτρέπεται το οτιδήποτε μέχρι να πεισθούν μέσα από δημοκρατικό διάλογο να φύγουν από την επιρροή των ταγμάτων εφόδου. Μέχρι τότε ας μαχαιρώνουν, ας ασχημονούν, ας κορδώνονται (εκ του ασφαλούς, όταν έχουν δίπλα τους πολιτικούς με τις απόψεις Μιχελάκη) ότι μπορούν και «εκτός νόμου». Προσωπικά δεν θα είχα καμιά αντίρρηση, αν συνεχίσουν, να δοκιμάσουμε τις αντοχές τους. Δεν ξέρω ποια θα ήταν η τύχη της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, αν μετά το πραξικόπημα στην μπυραρία του Μονάχου, είχε ρίξει δέκα χρονάκια στον παρανοϊκό δεκανέα και διέλυε το κόμμα του. Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει. Όμως, θα είχε τουλάχιστον αμυνθεί η Δημοκρατία. Αλλά και τότε υποτίμησαν τον κίνδυνο και αναλώθηκαν στον μεταξύ τους ανταγωνισμό. Και τότε, τουλάχιστον, είχαν το ελαφρυντικό ότι δεν ήξεραν. Σήμερα, που ξέρουν, γιατί τους κλείνουν το μάτι;
Το ίδιο ανιστόρητη, ανεύθυνη και προκλητικά αυτοαναιρούμενη είναι η πολιτική της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Τον Δεκέμβριο του 2011 ο ΣΥΡΙΖΑ δια του βουλευτή Επικρατείας Μουλόπουλου έλεγε στη Βουλή αυτά που λέει σήμερα η ΝΔ «ότι το νομοσχέδιο εγκυμονεί κινδύνους περιορισμού της ελευθερίας της έκφρασης και της διακίνησης ιδεών και ότι οι διατάξεις του ποινικού δικαίου είναι επαρκείς για να τιμωρήσουν τις συγκεκριμένες πράξεις». Τα ίδια ακριβώς εξακολουθεί να λέει η μειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ που όπως και το ΚΚΕ φοβάται ό.τι προέρχεται από την ΕΕ, μήπως θίξει τις υπεράνω πάσης κριτικής πρακτικές του κομμουνιστικού κινήματος. Ο επίσημος ΣΥΡΙΖΑ από τότε που εκδηλώθηκε η κυβερνητική πρωτοβουλία και πριν πάρει τούμπα η ΝΔ, άλλαζε γραμμή δυο φορές τη βδομάδα ανάλογα με το πώς εκτιμούσε τις προθέσεις και τη συνοχή της κυβέρνησης. Τη μια έλεγε ότι δεν θα κατατεθεί, την άλλη έλεγε «να το δούμε πρώτα», την παράλλη έπλεκε το εγκώμιο του Ρουπακιώτη (Βούτσης στη Βουλή) και τον ενθάρρυνε να μείνει όρθιος στις πιέσεις, μετά διερωτώντο τι θα κάνει η ΔΗΜΑΡ και το ΠΑΣΟΚ προεξοφλώντας ότι θα υποταχθούν στη ΝΔ. Και όταν αυτοί κατέθεσαν από κοινού την πρόταση νόμου, τότε ζήσαμε στην ομιλία Τσίπρα, στην Κοινοβουλευτική του ομάδα, την αποθέωση της πολιτικής ανευθυνότητας. Ξέχασε τη Χρυσή Αυγή, ξέχασε τη ΝΔ και αναλώθηκε σε επιθέσεις κατά του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ αλλά και κατά του... Ρουπακιώτη επειδή εξακολουθούν να στηρίζουν τη κυβέρνηση. Για την ταμπακέρα τίποτε. Ακόμα χειρότερα, θα καταθέσουν δική τους πρόταση νόμου. Δεν έχει όρια η γελοιότητα. Κοίταγα στο video πρόσωπα κατεβασμένα και σφιγμένα. Όταν ο Τσίπρας με εκείνη την αφόρητη μανιέρα προσπάθησε να ανεβάσει τους τόνους, εισέπραξε λίγα χειροκροτήματα. Δεν αμφιβάλλω ότι ανάμεσα στους ενθουσιώδεις ήσαν οι κύριοι Πάντζας, Παναγούλης και άλλοι αυτής της συνομοταξίας. Άλλοι ήταν παγωμένοι μπροστά στην εκδήλωση αυτού του αφόρητου τακτικισμού που ποδοπάτησε όλες τις αντιφασιστικές παραδόσεις της Αριστεράς. Κάπου θα είχαν διαβάσει για το Λαϊκό Μέτωπο στον Μεσοπόλεμο, όταν έγινε αντιληπτός ο κίνδυνος από τον νεοναζισμό και η Κομμουνιστική Διεθνής σταμάτησε τα περί σοσιαλφασισμού. Δεν μπορεί, κάποιοι θα άκουσαν για τη μεταπολεμική εμπειρία του Ιταλικού ΚΚ (PCI) που από θέσεις αντιπολίτευσης, έφτιαξε μαζί με τους συγκυβερνώντες Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλιστές μια υγειονομική πολιτική ζώνη απέναντι στους νεοφασίστες. Γιατί ο Τολιάτι και ο Μπερλίγκουερ δεν είπαν «ότι μόνο μια αριστερή κυβέρνηση μπορεί να αντιμετωπίσει τον φασισμό» και το απύλωτο στόμα του Τσίπρα μπορεί να λέει «ότι μόνο μια αντιμνημονιακή κυβέρνηση μπορεί να αντιμετωπίσει τον ρατσισμό;». Με τον Καμμένο θα αντιμετωπίσει τον ρατσισμό και δεν μπορεί με το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ;
Και μετά, αναπόφευκτα ακολούθησε η περαιτέρω αμοιβαία γελοιοποίηση με τις ανακοινώσεις της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ. «Είσαστε δεκανίκι της Χρυσής Αυγής», «όχι, εσείς είσαστε δεκανίκι της Χρυσής Αυγής». Μη σκοτώνεστε, δυστυχώς έχετε και οι δύο δίκιο. Και μέσα σε αυτόν τον γενικό χαμό, η Χρυσή Αυγή βγάζει το μόνο λογικό συμπέρασμα: ότι μπορεί ατιμώρητα να συνεχίσει όπως και πριν να πλακώνει, να δέρνει, να απειλεί και να ασχημονεί. Το πολύ-πολύ να μαζευτεί για λίγο μέχρι να καθίσει ο κουρνιαχτός και μετά επανέρχεται.
Υπάρχουν μεγάλα θέματα που ξεπερνούν τη συγκυρία και συνδέονται με αξίες, με αρχές, με την πορεία του ανθρώπου από τότε που σηκώθηκε στα δυο πόδια και άρχισε να φτιάχνει πολιτισμό. Αυτά τα ζητήματα διαχρονικά αντιμετωπίζονται με μεγάλες πολιτικές και με τον νόμο. Υπάρχουν βέβαια και οι ηλίθιοι που νομίζουν ότι η ζωή ξεκινάει και θα τελειώσει με το μνημόνιο. Αυτοί οι λιανέμποροι της πολιτικής θα μετράνε πάντα μικροκέρδη και μικροζημιές και θα χάνουν την ουσία. Μια λέξη τους ταιριάζει: Ντροπή.
ένα άρθρο των πρωταγωνιστώPhoto: zoom in tight @flickr

Πέμπτη 30 Μαΐου 2013

Η περιπέτεια της ιθαγένειας Του Θωμά Τσάτση*

Η περιπέτεια της ιθαγένειας

Του Θωμά Τσάτση*
2013-05-27 14.23.16Ο Γιάννης και ο Θανάσης, γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελλάδα. Τώρα είναι 19 και 21 χρόνων. Οι γονείς τους ήρθαν από τη Νιγηρία, έστειλαν τα παιδιά τους σε ελληνικό σχολείο και προφανώς σε μια λογική ενσωμάτωσης τα βάπτισαν και τους έδωσαν ελληνικά ονόματα.
Αυτά τα δύο παιδιά, όπως και πολλά άλλα για την Ελλάδα δεν υπήρχαν. Δεν είχαν τη δυνατότητα να πολιτογραφηθούν.
Το 2010 η Βουλή ψήφισε ένα νόμο (3838/2010) για την κτήση ελληνικής  ιθαγένειας που προέβλεπε ότι τα παιδιά που γεννιούνται στην Ελλάδα μπορούν να πολιτογραφηθούν.
Τότε είχαν αντιδράσει η ΝΔ και το ΛΑΟΣ. Στη Βουλή είχαν ακουστεί σημεία και τέρατα και ο πρόεδρος της ΝΔ, ο σημερινός πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, είχε αναγγείλει ότι θα αλλάξει το νόμο.
Πριν όμως προλάβει να αλλάξει το νόμο, εργάστηκε για την ίδιο το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ). Έτσι στα μέσα Νοεμβρίου του 2012, διέρρευσε στον Τύπο η πληροφορία σύμφωνα με την οποία το ΣτΕ επρόκειτο να κρίνει ως αντισυνταγματικά κάποια άρθρα του νόμου.
Το ωραία ξεκινάνε τώρα:
Ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών Χαράλαμπος Αθανασίου, με αφορμή τις πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν στον Τύπο, στις 15 Νοεμβρίου 2012 εξέδωσε εγκύκλιο και κάλεσε τις αρμόδιες υπηρεσίες  «εν όψει προσεχούς δημοσιεύσεως της αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας» να αναστείλουν «τη διαδικασία απονομής Ιθαγένειας (υποβολή νέων αιτημάτων, εξέταση φακέλου, δημοσίευση απόφασης, ορκωμοσία, εγγραφή στα δημοτολόγια) όλων των σχετικών αιτήσεων που βασίζονται στα προαναφερθέντα άρθρα».
Μετά από αυτό ο Γιάννης και ο Θανάσης και πολλά άλλα παιδιά που ήταν στην ίδια θέση δεν μπορούσαν να πολιτογραφηθούν. Προσοχή: Πριν εκδοθεί η απόφαση του ΣτΕ – που δημοσιοποιήθηκε επίσημα τον Ιανουάριο – ο αναπληρωτής υπουργός τηρώντας τη «γραμμή» της ΝΔ, ζήτησε να μην εφαρμοστεί ο νόμος. (Επανάληψη για να το εμπεδώσουμε:  Ο υπουργός ζήτησε να μην εφαρμοστεί ο νόμος).
Πριν από λίγο καιρό όμως, ο Γιάννης και ο Θανάσης, πολιτογραφήθηκαν. Γιατί φρόντισε γι’ αυτό και ο υπουργός που πριν λίγους μήνες τους στερούσε τη δυνατότητα για το αυτονόητο. Να έχουν τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις με όλα τα παιδιά που γεννιούνται στην Ελλάδα.
Οι αδελφοί Αντετοκούμπο – αυτό είναι το επίθετό τους – έγιναν Έλληνες όχι γιατί το δικαιούνταν, όπως λέει η λογική. Πολιτογραφήθηκαν γιατί μεγάλωσαν παίζοντας μπάσκετ, αναδείχτηκαν στο άθλημα και ανάγκασαν τους «μεγαλοπαράγοντες» να στρέψουν το ενδιαφέρον πάνω τους. Και τι έκαναν με τη σειρά τους οι μεγαλοπαράγοντες; Κινητοποίησαν το μηχανισμό τους κράτους για να πολιτογραφηθούν τα δύο αδέλφια πριν φύγουν μακριά από την Ελλάδα. Αυτό έγινε στην ίδια λογική, που γινόταν χρόνια τώρα για αθλητές που πάση θυσία έπρεπε να γίνουν Έλληνες για να ενισχύσουν τις εθνικές ομάδες.
Ποιοι κινητοποιήθηκαν για τον Γιάννη και τον Θανάση; Αξίζει να διαβάσουμε τι είπε ο εκπρόσωπος των αθλητών, Γιώργος Δημητρόπουλος: «Η διαδικασία πολιτογράφησης του Θανάση και του Γιάννη ολοκληρώθηκε και τα παιδιά πήραν την ελληνική ιθαγένεια. Ευχαριστούμε την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών, τον Υπουργό κ. Ευριπίδη Στυλιανίδη, τον Αναπληρωτή Υπουργό κ. Χαράλαμπο Αθανασίου, τον γ.γ. κ. Άγγελο Συρίγο, τον γ.γ. Αποκέντρωσης κ. Καλογερόπουλο και βέβαια την ΕOK, και ιδιαίτερα τον κ. Βασιλακόπουλο. Επίσης, ευχαριστούμε τον κάθε υπάλληλο σε κάθε υπηρεσία που βοήθησε με το δικό του τρόπο να προχωρήσει η διαδικασία. Ιδιαίτερες ευχαριστίες στον κ. Δημήτρη Μπούκα, διευθυντή του γραφείου Τύπου του ΥΠ.ΕΣ, του οποίου η συνδρομή ήταν πραγματικά πολύτιμη».
Μετά από αυτό ας υποθέσουμε ότι  ο μηχανισμός του κράτους θα εργαστεί με τους ίδιους ρυθμούς και για τα άλλα παιδιά που βρίσκονται στην ίδια θέση που ήταν ο Γιάννης και ο Θανάσης. Που ευτυχώς έχουν δημιουργήσει ένα θετικό προηγούμενο, κάτι που προφανώς θα αναγκάσει τις υπηρεσίες να δώσουν το δικαίωμα και σε άλλα παιδιά, να πολιτογραφηθούν. Εξάλλου σ’ αυτό συμφωνούν όλοι οι αρμόδιοι παράγοντες του υπουργείου Εσωτερικών. Ή μήπως όχι;
*Ο Θωμάς Τσάτσης είναι δημοσιογράφος

Όταν έκλαψε ο Μαρωνίτης Του Μάκη Καραγιάννη

Όταν έκλαψε ο Μαρωνίτης

Του Μάκη Καραγιάννη, Athens Voice
Ήταν μια ψυχική ανάταση για όλους μας. Ένα ξέφωτο μέσα στην καταχνιά. Τον τελευταίο καιρό έχουμε βαρεθεί να διαβάζουμε για μίζες και σκάνδαλα, να βλέπουμε μούντζες, να ακούμε δηλητηριώδη σχόλια. Η Θεσσαλονίκη τίμησε στη 10η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου, σε μια συγκινητική εκδήλωση, τον Δ. Ν. Μαρωνίτη. Οι πανεπιστημιακοί ανέλυσαν το έργο του, μίλησαν για τον «καλύτερο ομηριστή που είναι και καλύτερος μεταφραστής».
Τον θυμάμαι στις εκδηλώσεις της πόλης τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Μαζί με τον Μανόλη Αναγνωστάκη ήταν αυτοί που συνέβαλαν στην πολιτική και πνευματική μας ενηλικίωση. Αργότερα έγινε υπόθεση των φιλολόγων. Λίγοι ενδιαφέρονταν για την «πολιτική ηθική του». Ποιος ξέρει, άραγε, ότι ο Χάρολντ Μπλουμ, ένας από τους επιφανέστερους κριτικούς λογοτεχνίας στον κόσμο που έγραψε τον «Δυτικό Κανόνα», επέλεξε σε δυο τελευταία του βιβλία με συλλογές άρθρων διακεκριμένων ομηριστών, να κλείσουν με τα δοκίμια του Μαρωνίτη; Δεν πέρασε ούτε στα ψιλά των εφημερίδων.
Ο ίδιος στην αντιφώνησή του μίλησε για το τρίγωνο γραφή, ανάγνωση και μετάφραση που χάραξε τη ζωή του. Μνημόνευσε τα αγαπημένα του πρόσωπα και τους δασκάλους του. Τον Γ. Κακριδή, τον Ε. Κριαρά, τον Λ. Πολίτη. Ανέφερε τους φίλους του. Την Α. Κυριακίδου- Νέστορος, τον Τ. Χρηστίδη, τον Π. Ζάννα. Ένας άλλος αέρας πλανιόταν στην ατμόσφαιρα. Για να καταλάβεις όμως τι σημαίνει Π. Ζάννας πρέπει να έχεις διαβάσει τα «Ημερολόγια της Φυλακής». «Ύστερα χωρίς να το περιμένει –γράφει για μια συνάντησή τους με τον Μαρωνίτη μέσα στις φυλακές στις 19.5.71- τον πλησίασα και τον αγκάλιασα. Νομίζω πως κλαίγαμε – ή σχεδόν- και οι δυο. Οι φύλακες φώναζαν. Με τράνταξε. Δεν μπόρεσα να τον ρωτήσω τίποτα».
Τι σημαίνει να είσαι φυλακισμένος για τις πολιτικές σου απόψεις; Είναι ένα είδος λύπης άγνωστο την εποχή της πλήξης. Πολλά πράγματα έμειναν άγνωστα από τότε, καθώς η Ελλάδα αγουροξυπνημένη από τον ύπνο της δικτατορίας δοκίμαζε τις χάρες της μεταπολίτευσης και γνώριζε τη μπελ εποκ ενός καταναλωτικού ευδαιμονισμού, ανεμίζοντας τις πλαστικές σημαίες του πελατειακού κράτους. 
Μια κοινωνία χωρίς αυτοκριτική πέταξε σαν άχρηστο έρμα αυτές τις ιστορίες. Όλα ήταν πόζα. Μεγάλες λέξεις για δημοκρατία και δικαιώματα. Φλυαρίες για αγώνες και κεκτημένα. Τίποτα δεν έγινε βίωμα. Έλειπαν οι «Δοκιμές ανθρωπισμού» της παλιάς εποχής. Γι’ αυτό απορούμε από πού πηγάζει η μπόχα της Χρυσής Αυγής.
Στο τέλος σηκώθηκε όρθιος μπροστά στο πλήθος, «ωραίος σαν Έλληνας», με την χαρακτηριστική βραχνή του φωνή, θαλερή μέσα από το αδύναμο σώμα, ξαναδιαβάζοντας τις υποθήκες του. Με τα άψογα ελληνικά και τον ευθύβολο λόγο που ακονίζεται και δοκιμάζεται, για μια ακόμα φορά, πάνω στην πέτρα την πραγματικότητας: «Φασισμός είναι να σε ρωτούν δημοσίως για την ιδιωτική σου ζωή και να σε ανακρίνουν ιδιωτικά για τις δημόσιες πράξεις σου».
Κι ύστερα βούρκωσε, γιατί ήξερε ότι αυτή ήταν η ανταμοιβή της ζωής του. Όταν στη μεταπολίτευση κόσμος συσσώρευε τραπεζικούς λογαριασμούς, ψυγεία και λεμονοστύφτες από τη Ζήμενς, όταν η Ελλάδα βυθιζόταν στην ελαφρότητα και τον αμοραλισμό, εκείνος θησαύριζε με λέξεις και την αγάπη των μαθητών του. Όμηρος. Ησίοδος. Ηρόδοτος. Σολωμός. Καβάφης. Σεφέρης. Ελύτης. Ρίτσος.
Ναι. Ο Μαρωνίτης έκλαψε. Έκθετος και ανυπεράσπιστος στα βλέμματά μας, αλλά βαθύτατα ανθρώπινος. Και η πόλη του τον χειροκροτούσε βασανιστικά. Του έδινε απλόχερα την αγάπη της ως ελάχιστο αντίδωρο για όσα πρόσφερε. Τιμούσε τον ζωντανό μύθο της -έναν από τελευταίους- μιας εποχής που χάνεται ανεπιστρεπτί.

*Ο Μάκης Καραγιάννης είναι πεζογράφος.

για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής.

ΘΕΜΑ :
Δελτίου Τύπου της ΔΗΜΑΡ για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής.

 


Η πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ, αλλά και η αναπτυσσόμενη συζήτηση στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβεβαιώνουν την ανάγκη συνυπολογισμού των επιπτώσεων της ύφεσης στο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας. Η Δημοκρατική Αριστερά έχει από καιρό επισημάνει το ίδιο θέμα ζητώντας επανεξέταση όψεων του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής προκειμένου να ενισχυθούν οι αναπτυξιακές πρωτοβουλίες και να ενισχυθεί η διάσταση της κοινωνικής προστασίας. Σε αυτό το πλαίσιο αποκτά ιδιαίτερη σημασία η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση και η επιμήκυνση του χρόνου καταβολής του επιδόματος   ανεργίας (από 12 σε 18 μήνες). Ταυτόχρονα η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να συστρατευθεί με την Ιταλική πρόταση να μην συμπεριλαμβάνονται οι δαπάνες ενίσχυσης της απασχόλησης στο χρέος.

Ανακοίνωση της ΔΗΜΑΡ για την εκπυρσοκρότηση όπλου βουλευτή της Χρυσής Αυγής

ΘΕΜΑ :
Ανακοίνωση της ΔΗΜΑΡ για την εκπυρσοκρότηση όπλου βουλευτή της Χρυσής Αυγής

 
Δεν υπάρχει μέρα που οι βουλευτές της Χρυσής Αυγής να μην προκαλούν με την ακραία συμπεριφορά τους, αλλά και τη συνολικότερη στάση τους. Τη μία είναι η προσπάθεια να μετατρέψουν το κοινοβούλιο σε αρένα, την άλλη είναι η επίθεση σε ανυπεράσπιστο οδηγό, την επόμενη είναι οι επιθέσεις κατά μεταναστών.

Τελευταίο κρούσμα η εκπυρσοκρότηση όπλου βουλευτή της Χρυσής Αυγής! Με αφορμή και αυτό το περιστατικό, καλούμε την Πολιτεία να ελέγξει τις άδειες οπλοφορίες που έχουν οι βουλευτές της, δεδομένου ότι πολλοί από αυτούς εμπλέκονται σε υποθέσεις που αφορούν την ίδια τη δικαιοσύνη.

Ανακοίνωση της Δημοκρατικής Αριστεράς για τις «προσθήκες» που κατέθεσε η ΝΔ

ΘΕΜΑ :
Ανακοίνωση της Δημοκρατικής Αριστεράς για τις «προσθήκες» που κατέθεσε η ΝΔ

 
Οι «προσθήκες» που κατέθεσε η Ν.Δ. στο νόμο του 1979 για τη ρατσιστική βία επιβεβαιώνουν ότι το σχέδιο νόμου για την «καταπολέμηση εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας» ήταν και είναι αναγκαίο και επιβεβλημένο.
Από το «δε χρειάζεται νέος νόμος», η Ν.Δ. μετακινήθηκε στην κατάθεση «προσθηκών».
Καλούμε τη Ν.Δ. και όλες τις δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου, από υπεύθυνη δημοκρατική θέση,  να ψηφίσουν την πρόταση νόμου που έχουμε καταθέσει στη Βουλή.



Τετάρτη 29 Μαΐου 2013

Κουβέλης: Είχε συμφωνήσει ρητά ο Σαμαράς για το αντιρατσιστικό

Κουβέλης: Είχε συμφωνήσει ρητά ο Σαμαράς για το αντιρατσιστικό

  • (0)

«Η στροφή της ΝΔ επιβλήθηκε από τακτικούς υπολογισμούς»

Την φημολογία περί ρήγματος στην συνοχή της τρικομματικής κυβέρνησης, διέψευσε ο πρόεδρος της Δημοκρατικής Αριστεράς, Φώτης Κουβέλης, στον απόηχο της ενδοκυβερνητικής διαμάχης, με αφορμή του αντιρατσιστικό νομοσχέδιο. «Υπήρξε μία μεγάλη διαφορά για την οποία δεν είμαι καθόλου ευχαριστημένος», είπε, μιλώντας στο Mega, ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ. 

«Είχε συμφωνήσει ρητά ο κ. Σαμαράς για το αντιρατσιστικό. Η στροφή της ΝΔ επιβλήθηκε από τακτικούς υπολογισμούς. Η ΝΔ θεώρησε πως το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο εάν πήγαινε στη Βουλή θα δημιουργούσε πρόβλημα στη ΝΔ από τα δεξιά της», σημείωσε, μεταξύ άλλων, ο κ. Κουβέλης. 

«Ο εκφασισμός που προωθείται μέσα στη ελληνική κοινωνία, οι πράξεις οι παράνομες, οι βιαιοπραγίες πρέπει να αντιμετωπιστούν. Η δημοκρατία έχει ανοχή έχει και νόμους», πρόσθεσε, ενώ απαντώντας για τα περί θυματοποίησης της Χρυσής Αυγής, τόνισε ότι δεν συμμερίζεται αυτή την ανάλυση. 

Εξέφρασε δε την άποψη ότι το νομοθετικό πλαίσιο που υπάρχει δεν αξιοποιείται. «Υπάρχει πρόβλημα εφαρμογής και σεβασμού των νόμων», είπε χαρακτηριστικά. 

«Όλες οι δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου πρέπει να αφήσουν τα τερτίπια. Καλώ τον κ. Τσίπρα να εγκαταλείψει τα τερτίπια και τους τακτικισμούς και να ψηφίσει το εν λόγω νομοθέτημα», υπογράμμισε ο κ. Κουβέλης.

«Χρειάζεται συντονισμός του κυβερνητικού έργου που θα αφορά τις δράσεις των επιμέρους υπουργείων. Δε αποκλείεται συμμετοχή μας με πολιτικά πρόσωπα στην κυβέρνηση», συμπλήρωσε ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ και υποστήριξε πως ενδεχομένως να χρειάζεται και ανασχηματισμός.

«Διαφωνίες υπάρχουν και πολιτικές και ιδεολογικές. Δεν θέλουμε να κινδυνέψει η σταθερότητα της κυβέρνησης γι αυτό και την στηρίζουμε. Πρέπει να αναζητούμε τον κοινό πολιτικό τόπο και να βγει η χώρα από τα αδιέξοδα στα οποία βρίσκεται», ανέφερε.

«Υπάρχουν σημάδια ανάκαμψης στην οικονομία και προς τη κατεύθυνση αυτή πορευόμαστε», σημείωσε.