Το αργό τέλος του συριακού καθεστώτος
Γεράσιμος Γεωργάτος, 23/08/2011
Θέματα Επικαιρότητας
Αραβικός Κόσμος
Άρθρα
Ενώ το δικτατορικό καθεστώς του συνταγματάρχη Καντάφι, πολύ σύντομα μετά το ξέσπασμα της εξέγερσης στη Λιβύη, δέχτηκε οξύτατη κριτική από δυτικές και αραβικές χώρες και η Αραβική Λίγκα υπερψήφισε την απόφαση του ΟΗΕ που οδήγησε στη νατοϊκή επέμβαση, γιατί άραγε τα πράγματα εξελίσσονται πολύ πιο αργά για το συριακό καθεστώς, παρόλο που ασκεί ανάλογη, αν όχι μεγαλύτερη, αιματηρή καταστολή στο εσωτερικό της χώρας;
Για μεγάλο χρονικό διάστημα, η Δύση παρέμεινε αμήχανη, αν όχι απαθής, απέναντι στην εγκληματική βιαιότητα του συριακού καθεστώτος και αυτό δεν οφείλεται μόνο στην προτεραιότητα της επέμβασης στη Λιβύη, ούτε απαραίτητα στην οικονομική κρίση. Τα δυτικά κράτη επεδείκνυαν πάντοτε ένα είδος «ρεαλισμού» απέναντι στην οικογένεια Άσαντ ως εγγυήτρια κατά της πιθανότητας ανόδου των ισλαμιστών. Στην πόλη Χάμα, που θρήνησε πρόσφατα εκατοντάδες θύματα, ο Χαφέζ Ελ Άσαντ, πατέρας του Μπασάρ, το 1982, κατέσφαξε 20.000 πολίτες που εξεγέρθηκαν κατά του καθεστώτος καθοδηγούμενοι από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Η σφαγή καλύφθηκε από πέπλο γενικής σιωπής, καθώς το «προοδευτικό» αντιισλαμικό μπααθικό καθεστώς απολάμβανε όχι μόνο τη δυτική ανοχή, αλλά και την τότε σοβιετική προστατευτική ομπρέλα. Γνωστές είναι και οι ιδιαίτερα καλές σχέσεις που διατηρούσε το καθ` ημάς ανδρεοπαπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ και με το μπααθικό και με το κανταφικό καθεστώς.
Αντιθέτως, αλλά και δικαίως, ιδιαίτερη έκταση προσέλαβε την ίδια χρονιά, η σφαγή 1000 περίπου Παλαιστινίων στα στρατόπεδα Σάμπρα και Σατίλα από τον ισραηλινό στρατό με τη σύμπραξη λιβανέζων χριστιανών πολιτοφυλάκων, γεγονός για το οποίο η κοινή γνώμη στις δυτικές χώρες επέδειξε αυξημένη ευαισθησία και τα πολιτικά κόμματα, κυρίως της αριστεράς, πρωτοστάτησαν σε κινητοποιήσεις. Μετά το 1989 και την κατάρρευση του «υπαρκτού», το μπααθικό καθεστώς συνέχισε να απολαμβάνει ασυλίας ως ασπίδα κατά του ισλαμισμού και ως παράγοντας σταθερότητας σε μια σημαντική ενεργειακά και γεωπολιτικά περιοχή, ρόλο που δεν μπορεί πλέον να εξυπηρετήσει καθώς αναδύονται νέοι δυναμικοί περιφερειακοί παίκτες, έχοντας επιπλέον απολέσει την εσωτερική του νομιμοποίηση, με το μετριοπαθές ισλάμ να μην εκλαμβάνεται εφεξής ως απειλή για τη Δύση –βλ. Τουρκία- και με τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης να μην μπορούν να ελεγχθούν ακόμα και από τα πιο αυταρχικά καθεστώτα.
Σε ό,τι αφορά τον αραβικό κόσμο, τα πράγματα μοιάζουν αρκετά περίπλοκα και με πολλές ιδιαιτερότητες.
Η Αίγυπτος και η Τυνησία, οι δύο χώρες όπου η αραβική άνοιξη ανέτρεψε ήδη το παλαιό καθεστώς, είναι φυσικό να είναι επικεντρωμένες κυρίως έως αποκλειστικά στα δικά τους σοβαρά προβλήματα και τη διαδικασία μετάβασης. Η Συρία δεν αποτελεί γι` αυτές άμεσο πρόβλημα ή κάποια απειλή ούτε έχουν κοινά σύνορα, όπως με τη Λιβύη. Εύλογη λοιπόν η σιωπή τους.
Οι σαουδάραβες μονάρχες από την πλευρά τους ήταν πάντοτε επιφυλακτικοί και εχθρικοί απέναντι στη Συρία, εξαιτίας της στρατηγικής συμμαχίας της με το Ιράν. Το Ριάντ θεωρούσε πάντοτε το καθεστώς της Δαμασκού ως το δούρειο ίππο του σιιτικού Ιράν στην καρδιά του σουνίτικου αραβικού κόσμου. Όμως οι σαουδαραβικές επιφυλάξεις εξισορροπούνταν από τις οικογενειακές σχέσεις του βασιλιά Αμπντάλα με το συριακό καθεστώς, καθώς μια από τις βασιλικές συζύγους ανήκει στη νομενκλατούρα της μειονότητας των αλαουιτών - προερχόμενης από τους σιίτες – όπου ανήκει και η οικογένεια Άσαντ. Επιπλέον, τη σαουδαραβική μοναρχία την ανησυχούσαν περισσότερο οι εξεγέρσεις και τα αιτήματα για εκδημοκρατισμό παρά οι ιρανικές φιλοδοξίες. Εξού και η επί μακρόν σιωπή της. Φαίνεται όμως πως το σαουδαραβικό καθεστώς έχει κάνει πλέον τους υπολογισμούς του και παραμερίζοντας τις οικογενειακές δεσμεύσεις, εκτιμά ότι ο εκδημοκρατισμός της Συρίας αποτελεί αποτελεσματικότερη ασπίδα κατά των ιρανικών φιλοδοξιών. Εξού και άρχισε πρόσφατα να ασκεί πιέσεις στο καθεστώς της Δαμασκού για μεταρρυθμίσεις.
Το Ιράν παραμένει σταθερά προσηλωμένο στην υποστήριξη του συριακού καθεστώτος. Οι συμμαχικές σχέσεις με τη συγγενική θρησκευτικά Δαμασκό, όπως και με τη λιβανέζικη Χεζμπολάχ, αποτελούν τις σταθερές της ιρανικής εξωτερικής πολιτικής απέναντι στον σουνίτικο αραβικό κόσμο που αποτελεί πλειοψηφία και εντός Συρίας. Το καθεστώς Αχμαντινετζάντ δεν έχει λοιπόν κανένα λόγο να επιθυμεί την απομάκρυνση της αλαουίτικης οικογένειας Άσαντ από την εξουσία.
Ο Χαμάντ μπεν Χαλίφα Αλ Θάνι, εμίρης του Κατάρ, γνωστού μας από τις πολυσυζητημένες και ακόμα αναμενόμενες επενδύσεις στην Ελλάδα, διατηρούσε πάντοτε φιλικές σχέσεις με τον Μπασάρ Ελ Άσαντ. Συχνά λειτούργησε ως μεσολαβητής στις διεθνείς σχέσεις του συριακού καθεστώτος, καθώς ο υπουργός εξωτερικών του εμιράτου είναι εξάδελφος της οικογένειας Άσαντ. Γι` αυτό και το τηλεοπτικό κανάλι Αλ Τζαζίρα, που εδρεύει στο Κατάρ, μεταχειριζόταν με εξαιρετική διακριτικότητα τις εξελίξεις στη Συρία. Όμως, οι προτάσεις του εμίρη για διάσωση του φίλου του, με οικονομική και πολιτική στήριξη για συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις, συνάντησαν σφοδρή αντίδραση εκ μέρους του Άσαντ, ο οποίος απώλεσε έτσι ένα ακόμα στήριγμά του. Έκτοτε το Αλ Τζαζίρα εγκατέλειψε τη διακριτικότητα απέναντι στο συριακό καθεστώς.
Το Ισραήλ, που ποτέ δεν σταμάτησε να καταγγέλλει την υποστήριξη της Συρίας στους δύο ορκισμένους εχθρούς του, τη Χεζμπολάχ και τη Χαμάς, δείχνει ιδιαίτερη επιείκεια απέναντι στο μπααθικό καθεστώς. Γιατί μπορεί η Συρία να έχει αυτοανακηρυχθεί σε θεματοφύλακα των παλαιστινιακών και γενικότερα αραβικών δικαιωμάτων, όμως εγγυόταν πάντοτε την ησυχία και την τάξη στα σύνορα με το Ισραήλ. Η κατάσταση άρχισε να μεταβάλλεται πρόσφατα με τη διείσδυση παλαιστινίων προσφύγων μέσω Συρίας στα υψίπεδα του Γκολάν, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει και σε σκλήρυνση της στάσης του Ισραήλ.
Η Χεσμπολάχ, που συμμετέχει και επηρεάζει καθοριστικά τη νέα κυβέρνηση του Λιβάνου, υποστηρίζει σταθερά και στο μέτρο του δυνατού το συριακό καθεστώς, αφού αποτελεί την άκρως απαραίτητη δίοδο με το Ιράν, από όπου εξασφαλίζει οικονομική στήριξη και πολεμικό υλικό. Γι` αυτό και ο Λίβανος αποκλείεται να συναινέσει επί του παρόντος σε οποιοδήποτε καταδίκη της αιματηρής καταστολής στη Συρία. Ενδεχόμενο επικίνδυνο σενάριο είναι να πιέσει η Δαμασκός τη Χεζμπολάχ για ένταση των εχθροπραξιών με το Ισραήλ, ώστε να εκτονώσει ο Άσαντ την εσωτερική ένταση και να στρέψει αλλού τα βλέμματα της διεθνούς κοινότητας. Η Χαμάς, πιο προσεκτική, έχει συμφιλιωθεί με τη Φατάχ του Μαχμούτ Αμπάς, προέδρου της Παλαιστινιακής Αρχής και έχει προσεγγίσει την Αίγυπτο, κρατώντας διακριτικές αποστάσεις από το συριακό καθεστώς, το μέλλον του οποίου εκτιμά πλέον ως αβέβαιο.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εμπλοκή της Άγκυρας. Η Τουρκία επί χρόνια και όσο κυριαρχούσαν οι στρατιωτικοί διατηρούσε καλές σχέσεις με το επίσης «κοσμικό» καθεστώς της Συρίας διαφυλάσσοντας και τα ιδιαίτερα οικονομικά και διπλωματικά συμφέροντά της στην περιοχή. Σήμερα όμως η Τουρκία, με την άνοδο του Ερντογάν και του μετριοπαθούς ισλάμ, αποτελεί την πιο πετυχημένη περίπτωση περιφερειακής δύναμης καθώς συνδυάζει το μετριοπαθές ισλάμ με τον εκδημοκρατισμό και τη ραγδαία οικονομική ανάπτυξη. Με το δυναμισμό της, τείνει και επιδιώκει να αποτελέσει πρότυπο για τον αραβικό κόσμο. Γι` αυτό δεν διστάζει να απευθύνει υποδείξεις στο καθεστώς Άσαντ και δεν αποκλείει ακόμα και τη συμμετοχή της σε στρατιωτική επέμβαση που τυχόν θα αποφασίσει η Δύση, γεγονός με ελάχιστη προσώρας όμως πιθανότητα.
Συνεπώς, το πάζλ γύρω από τη Συρία είναι ιδιαίτερα περίπλοκο. Προς το παρόν φαίνεται πως μόνο κράτη-μέλη της Ε.Ε, οι ΗΠΑ και η Τουρκία έχουν σαφή θέση απέναντι στο συριακό καθεστώς, με τις γνωστές αδυναμίες και καθυστερήσεις της Ε.Ε στη διαμόρφωση κοινής εξωτερικής πολιτικής, ενώ τα αραβικά κράτη, ακόμα και τα πιο εχθρικά, διατηρούν επιφυλακτική στάση. Το διεθνές περιβάλλον όμως δεν διαμορφώνεται μόνο από τα συμφέροντα των κρατών. Σημαντικό ρόλο παίζει και η δυναμική που αναπτύσσεται από το αντικαθεστωτικό κίνημα που επηρεάζει τη διεθνή κοινή γνώμη και τις κυβερνήσεις. Επί του παρόντος, στη Συρία δεν φαίνεται να υπάρχουν συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις που μπορούν να χρησιμεύσουν ως συνομιλητές, ούτε ο συντονισμός και η σχετική οργάνωση και αποτελεσματικότητα που υπήρξε στην Αίγυπτο, την Τυνησία αλλά και στη Λιβύη και αυτό αποτελεί πρόβλημα. Ούτε έχει απευθυνθεί έκκληση από τους αντικαθεστωτικούς για επέμβαση του ΟΗΕ ή των δυτικών δυνάμεων. Ωστόσο, ο ασκός του μεταρρυθμιστικού ανέμου έχει ανοίξει και δύσκολα θα κλείσει, όσο και αν επιμένει το καθεστώς Άσαντ στην αιματηρή καταστολή αναβάλλοντας την πτώση του.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα, η Δύση παρέμεινε αμήχανη, αν όχι απαθής, απέναντι στην εγκληματική βιαιότητα του συριακού καθεστώτος και αυτό δεν οφείλεται μόνο στην προτεραιότητα της επέμβασης στη Λιβύη, ούτε απαραίτητα στην οικονομική κρίση. Τα δυτικά κράτη επεδείκνυαν πάντοτε ένα είδος «ρεαλισμού» απέναντι στην οικογένεια Άσαντ ως εγγυήτρια κατά της πιθανότητας ανόδου των ισλαμιστών. Στην πόλη Χάμα, που θρήνησε πρόσφατα εκατοντάδες θύματα, ο Χαφέζ Ελ Άσαντ, πατέρας του Μπασάρ, το 1982, κατέσφαξε 20.000 πολίτες που εξεγέρθηκαν κατά του καθεστώτος καθοδηγούμενοι από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Η σφαγή καλύφθηκε από πέπλο γενικής σιωπής, καθώς το «προοδευτικό» αντιισλαμικό μπααθικό καθεστώς απολάμβανε όχι μόνο τη δυτική ανοχή, αλλά και την τότε σοβιετική προστατευτική ομπρέλα. Γνωστές είναι και οι ιδιαίτερα καλές σχέσεις που διατηρούσε το καθ` ημάς ανδρεοπαπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ και με το μπααθικό και με το κανταφικό καθεστώς.
Αντιθέτως, αλλά και δικαίως, ιδιαίτερη έκταση προσέλαβε την ίδια χρονιά, η σφαγή 1000 περίπου Παλαιστινίων στα στρατόπεδα Σάμπρα και Σατίλα από τον ισραηλινό στρατό με τη σύμπραξη λιβανέζων χριστιανών πολιτοφυλάκων, γεγονός για το οποίο η κοινή γνώμη στις δυτικές χώρες επέδειξε αυξημένη ευαισθησία και τα πολιτικά κόμματα, κυρίως της αριστεράς, πρωτοστάτησαν σε κινητοποιήσεις. Μετά το 1989 και την κατάρρευση του «υπαρκτού», το μπααθικό καθεστώς συνέχισε να απολαμβάνει ασυλίας ως ασπίδα κατά του ισλαμισμού και ως παράγοντας σταθερότητας σε μια σημαντική ενεργειακά και γεωπολιτικά περιοχή, ρόλο που δεν μπορεί πλέον να εξυπηρετήσει καθώς αναδύονται νέοι δυναμικοί περιφερειακοί παίκτες, έχοντας επιπλέον απολέσει την εσωτερική του νομιμοποίηση, με το μετριοπαθές ισλάμ να μην εκλαμβάνεται εφεξής ως απειλή για τη Δύση –βλ. Τουρκία- και με τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης να μην μπορούν να ελεγχθούν ακόμα και από τα πιο αυταρχικά καθεστώτα.
Σε ό,τι αφορά τον αραβικό κόσμο, τα πράγματα μοιάζουν αρκετά περίπλοκα και με πολλές ιδιαιτερότητες.
Η Αίγυπτος και η Τυνησία, οι δύο χώρες όπου η αραβική άνοιξη ανέτρεψε ήδη το παλαιό καθεστώς, είναι φυσικό να είναι επικεντρωμένες κυρίως έως αποκλειστικά στα δικά τους σοβαρά προβλήματα και τη διαδικασία μετάβασης. Η Συρία δεν αποτελεί γι` αυτές άμεσο πρόβλημα ή κάποια απειλή ούτε έχουν κοινά σύνορα, όπως με τη Λιβύη. Εύλογη λοιπόν η σιωπή τους.
Οι σαουδάραβες μονάρχες από την πλευρά τους ήταν πάντοτε επιφυλακτικοί και εχθρικοί απέναντι στη Συρία, εξαιτίας της στρατηγικής συμμαχίας της με το Ιράν. Το Ριάντ θεωρούσε πάντοτε το καθεστώς της Δαμασκού ως το δούρειο ίππο του σιιτικού Ιράν στην καρδιά του σουνίτικου αραβικού κόσμου. Όμως οι σαουδαραβικές επιφυλάξεις εξισορροπούνταν από τις οικογενειακές σχέσεις του βασιλιά Αμπντάλα με το συριακό καθεστώς, καθώς μια από τις βασιλικές συζύγους ανήκει στη νομενκλατούρα της μειονότητας των αλαουιτών - προερχόμενης από τους σιίτες – όπου ανήκει και η οικογένεια Άσαντ. Επιπλέον, τη σαουδαραβική μοναρχία την ανησυχούσαν περισσότερο οι εξεγέρσεις και τα αιτήματα για εκδημοκρατισμό παρά οι ιρανικές φιλοδοξίες. Εξού και η επί μακρόν σιωπή της. Φαίνεται όμως πως το σαουδαραβικό καθεστώς έχει κάνει πλέον τους υπολογισμούς του και παραμερίζοντας τις οικογενειακές δεσμεύσεις, εκτιμά ότι ο εκδημοκρατισμός της Συρίας αποτελεί αποτελεσματικότερη ασπίδα κατά των ιρανικών φιλοδοξιών. Εξού και άρχισε πρόσφατα να ασκεί πιέσεις στο καθεστώς της Δαμασκού για μεταρρυθμίσεις.
Το Ιράν παραμένει σταθερά προσηλωμένο στην υποστήριξη του συριακού καθεστώτος. Οι συμμαχικές σχέσεις με τη συγγενική θρησκευτικά Δαμασκό, όπως και με τη λιβανέζικη Χεζμπολάχ, αποτελούν τις σταθερές της ιρανικής εξωτερικής πολιτικής απέναντι στον σουνίτικο αραβικό κόσμο που αποτελεί πλειοψηφία και εντός Συρίας. Το καθεστώς Αχμαντινετζάντ δεν έχει λοιπόν κανένα λόγο να επιθυμεί την απομάκρυνση της αλαουίτικης οικογένειας Άσαντ από την εξουσία.
Ο Χαμάντ μπεν Χαλίφα Αλ Θάνι, εμίρης του Κατάρ, γνωστού μας από τις πολυσυζητημένες και ακόμα αναμενόμενες επενδύσεις στην Ελλάδα, διατηρούσε πάντοτε φιλικές σχέσεις με τον Μπασάρ Ελ Άσαντ. Συχνά λειτούργησε ως μεσολαβητής στις διεθνείς σχέσεις του συριακού καθεστώτος, καθώς ο υπουργός εξωτερικών του εμιράτου είναι εξάδελφος της οικογένειας Άσαντ. Γι` αυτό και το τηλεοπτικό κανάλι Αλ Τζαζίρα, που εδρεύει στο Κατάρ, μεταχειριζόταν με εξαιρετική διακριτικότητα τις εξελίξεις στη Συρία. Όμως, οι προτάσεις του εμίρη για διάσωση του φίλου του, με οικονομική και πολιτική στήριξη για συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις, συνάντησαν σφοδρή αντίδραση εκ μέρους του Άσαντ, ο οποίος απώλεσε έτσι ένα ακόμα στήριγμά του. Έκτοτε το Αλ Τζαζίρα εγκατέλειψε τη διακριτικότητα απέναντι στο συριακό καθεστώς.
Το Ισραήλ, που ποτέ δεν σταμάτησε να καταγγέλλει την υποστήριξη της Συρίας στους δύο ορκισμένους εχθρούς του, τη Χεζμπολάχ και τη Χαμάς, δείχνει ιδιαίτερη επιείκεια απέναντι στο μπααθικό καθεστώς. Γιατί μπορεί η Συρία να έχει αυτοανακηρυχθεί σε θεματοφύλακα των παλαιστινιακών και γενικότερα αραβικών δικαιωμάτων, όμως εγγυόταν πάντοτε την ησυχία και την τάξη στα σύνορα με το Ισραήλ. Η κατάσταση άρχισε να μεταβάλλεται πρόσφατα με τη διείσδυση παλαιστινίων προσφύγων μέσω Συρίας στα υψίπεδα του Γκολάν, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει και σε σκλήρυνση της στάσης του Ισραήλ.
Η Χεσμπολάχ, που συμμετέχει και επηρεάζει καθοριστικά τη νέα κυβέρνηση του Λιβάνου, υποστηρίζει σταθερά και στο μέτρο του δυνατού το συριακό καθεστώς, αφού αποτελεί την άκρως απαραίτητη δίοδο με το Ιράν, από όπου εξασφαλίζει οικονομική στήριξη και πολεμικό υλικό. Γι` αυτό και ο Λίβανος αποκλείεται να συναινέσει επί του παρόντος σε οποιοδήποτε καταδίκη της αιματηρής καταστολής στη Συρία. Ενδεχόμενο επικίνδυνο σενάριο είναι να πιέσει η Δαμασκός τη Χεζμπολάχ για ένταση των εχθροπραξιών με το Ισραήλ, ώστε να εκτονώσει ο Άσαντ την εσωτερική ένταση και να στρέψει αλλού τα βλέμματα της διεθνούς κοινότητας. Η Χαμάς, πιο προσεκτική, έχει συμφιλιωθεί με τη Φατάχ του Μαχμούτ Αμπάς, προέδρου της Παλαιστινιακής Αρχής και έχει προσεγγίσει την Αίγυπτο, κρατώντας διακριτικές αποστάσεις από το συριακό καθεστώς, το μέλλον του οποίου εκτιμά πλέον ως αβέβαιο.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εμπλοκή της Άγκυρας. Η Τουρκία επί χρόνια και όσο κυριαρχούσαν οι στρατιωτικοί διατηρούσε καλές σχέσεις με το επίσης «κοσμικό» καθεστώς της Συρίας διαφυλάσσοντας και τα ιδιαίτερα οικονομικά και διπλωματικά συμφέροντά της στην περιοχή. Σήμερα όμως η Τουρκία, με την άνοδο του Ερντογάν και του μετριοπαθούς ισλάμ, αποτελεί την πιο πετυχημένη περίπτωση περιφερειακής δύναμης καθώς συνδυάζει το μετριοπαθές ισλάμ με τον εκδημοκρατισμό και τη ραγδαία οικονομική ανάπτυξη. Με το δυναμισμό της, τείνει και επιδιώκει να αποτελέσει πρότυπο για τον αραβικό κόσμο. Γι` αυτό δεν διστάζει να απευθύνει υποδείξεις στο καθεστώς Άσαντ και δεν αποκλείει ακόμα και τη συμμετοχή της σε στρατιωτική επέμβαση που τυχόν θα αποφασίσει η Δύση, γεγονός με ελάχιστη προσώρας όμως πιθανότητα.
Συνεπώς, το πάζλ γύρω από τη Συρία είναι ιδιαίτερα περίπλοκο. Προς το παρόν φαίνεται πως μόνο κράτη-μέλη της Ε.Ε, οι ΗΠΑ και η Τουρκία έχουν σαφή θέση απέναντι στο συριακό καθεστώς, με τις γνωστές αδυναμίες και καθυστερήσεις της Ε.Ε στη διαμόρφωση κοινής εξωτερικής πολιτικής, ενώ τα αραβικά κράτη, ακόμα και τα πιο εχθρικά, διατηρούν επιφυλακτική στάση. Το διεθνές περιβάλλον όμως δεν διαμορφώνεται μόνο από τα συμφέροντα των κρατών. Σημαντικό ρόλο παίζει και η δυναμική που αναπτύσσεται από το αντικαθεστωτικό κίνημα που επηρεάζει τη διεθνή κοινή γνώμη και τις κυβερνήσεις. Επί του παρόντος, στη Συρία δεν φαίνεται να υπάρχουν συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις που μπορούν να χρησιμεύσουν ως συνομιλητές, ούτε ο συντονισμός και η σχετική οργάνωση και αποτελεσματικότητα που υπήρξε στην Αίγυπτο, την Τυνησία αλλά και στη Λιβύη και αυτό αποτελεί πρόβλημα. Ούτε έχει απευθυνθεί έκκληση από τους αντικαθεστωτικούς για επέμβαση του ΟΗΕ ή των δυτικών δυνάμεων. Ωστόσο, ο ασκός του μεταρρυθμιστικού ανέμου έχει ανοίξει και δύσκολα θα κλείσει, όσο και αν επιμένει το καθεστώς Άσαντ στην αιματηρή καταστολή αναβάλλοντας την πτώση του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου