Συνέντευξη Νίκου Μπίστη στην εφημερίδα Πολίτης (21/04/13)
Βιώνουμε μια συνωμοσία εναντίον του λαού μας όπως διαχέεται στην κοινή γνώμη στην Κύπρο;
Όχι. Βιώνουμε σε Ελλάδα και Κύπρο τα αποτελέσματα δικών μας διαχρονικών σφαλμάτων και επιλογών. Η προσφιλής σε πολλούς θεωρία της συνωμοσίας συνδέεται με την άλλη καταστροφική αντίληψη που εκλαμβάνει ως δεδομένο ότι είμαστε περίπου το κέντρο του κόσμου και όλοι μας οφείλουν. Και αντί να μας δανείζουν δωρεάν για να συνεχίσουμε να ζούμε όπως ζούσαμε ( πάρτι το αποκαλούν κάποιοι), μας αδικούν. Η θεωρία συνωμοσίας λοιπόν είναι η κουρτίνα που πίσω της πάμε να κρύψουμε το πραγματικό πρόβλημα και το πλυντήριο των δικών μας ευθυνών. Και ο πιο σίγουρος τρόπος για να φουντώσει ο αντιευρωπαϊσμός και να χάσουμε πολύτιμο χρόνο και χρήμα στην προσπάθεια ανάταξης της χώρας.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι υπάρχει και άλλος δρόμος, αυτόνομος, εκτός ευρωζώνης. Υπάρχει;
Βεβαίως, μόνο που θα είναι οικονομικά και εθνικά καταστροφικός. Να συνειδητοποιήσουμε ότι εκτός ευρωζώνης σημαίνει εκτός ΕΕ. Μην συγκρίνουμε Ελλάδα και Κύπρο με Μεγάλη Βρετανία και Σκανδιναβικές χώρες. Αυτές έχουν ισχυρή παραγωγική βάση και από την πρώτη στιγμή ήσαν εκτός ευρώ. Εμείς από μέσα θα βρεθούμε έξω. Η ένταξη των χωρών μας στην ΕΕ είχε πρωτίστως την έννοια μιας, με πολιτικά μέσα, αμυντικής ασπίδας. Εκτιμά κανείς ότι με αναβαθμισμένη γεωπολιτικά την Τουρκία για προφανείς λόγους (Μέση Ανατολή, εμφύλιος στην Συρία, Ιράν, Ισραήλ) και με την Ελλάδα προσωρινά σε δύσκολη οικονομική κατάσταση είναι σώφρον να βρεθεί η Κύπρος εκτός ΕΕ; Δεν είμαστε πια στην εποχή του ψυχρού πολέμου για να μπορεί να παιχτεί το χαρτί της Σοβιετικής Ένωσης ή των αδεσμεύτων. Το χαρτί της Ρωσίας είδαμε ότι δεν άντεξε ούτε ένα γύρο. Ορισμένοι καταλαβαίνουν το παράλογο αλλά απαντάνε με μεγαλύτερο παραλογισμό. «Εντός ΕΕ αλλά εκτός τρόικας και μνημονίου». Άλλοι τα αφήνουν όλα ανοικτά για να «τα μελετήσουν». Αποπροσανατολίζουν τον λαό, τον τρέφουν με ψευδαισθήσεις. Ήμουν λίγο μετά την μετατροπή του Όχι σε Ναι στην «Ανατροπή» του κ. Πρετεντέρη στο MEGA. Άκουσα με τα αφτιά μου τον κύριο Λιλλήκα να μας διαβεβαιώνει ότι έχει βρει ένα Κινέζικο fund γύρω στα δέκα δις που θα αναλάμβανε το φυσικό αέριο και θα έλυνε το πρόβλημα. Απάντησα ότι και ο Παναθηναϊκός είχε βρει κάποιο σεΐχη που θα τον αναλάμβανε και ακόμα τον περιμένει.
Στις τοποθετήσεις σας συνδέετε το αρχικό Όχι με μια διαχρονική απορριπτική στάση και θεωρείτε κομβικό σημείο την απόρριψη του σχεδίου Ανάν. Μπορεί να γίνει μια τέτοια σύγκριση;
Επιβάλλεται. Ακούσαμε πριν λίγες μέρες τον Ντανιέλ Κον Μπεντίτ στο Ευρωκοινοβούλιο να λέει ότι για να υπάρχει οικονομική ανάπτυξη χρειάζονται επενδύσεις και οι επενδυτές για να έρθουν θέλουν ένα ενωμένο νησί. Φοβάμαι όμως ότι η διεθνής κοινότητα έχει βγάλει από την ατζέντα της το Κυπριακό. Οι ευκαιρίες δεν παρουσιάζονται κάθε μέρα ούτε οι συσχετισμοί και οι διαθέσεις είναι πια ίδιες στους Τουρκοκύπριους. Οι αρνητικές συνέπειες του Όχι του 2004 φάνηκαν σε βάθος χρόνου. Οι συνέπειες του Όχι του 2013 ευτυχώς συνειδητοποιήθηκαν σε τρεις μέρες.
Σε ένα από τα πρόσφατα κείμενα σας χρησιμοποιήσατε τον όρο δεξιοαριστεροί εθνικολαϊκιστές. Δεν είναι άδικο αυτό για τον χώρο της Αριστεράς σε Ελλάδα και Κύπρο;
Δεν θα μιλήσω για την Κύπρο αν και βλέπω ορισμένες ανησυχητικές ομοιότητες. Η ανησυχητική διαφορά είναι ότι εδώ έχετε και την εκκλησία να διεκδικεί πολιτικό ρόλο. Για την Ελλάδα όμως, πιστέψτε με, ο όρος, δυστυχώς, ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Αν διαβάσετε ανακοινώσεις του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ, των Ανεξάρτητων Ελλήνων και της Χρυσής Αυγής για την κρίση, την τρόικα και την ΕΕ και κρύψετε τον λογότυπο των κομμάτων δεν θα ξέρετε ποιού είναι. Είναι επίσης πασίγνωστο – και εμφανίστηκε επίσημα με αφορμή το κυπριακό – το πολιτικό συνοικέσιο ανάμεσα στον Τσίπρα και τον Καμμένο. Για να είμαι δίκαιος, το ΚΚΕ είναι πιο προσεκτικό στις συναναστροφές του.
Πάμε τώρα στην ΕΕ. Που οδηγείται; Ποιες δυνάμεις θα την βγάλουν από το τέλμα; Είναι λύση το μέτωπο των χωρών του νότου απέναντι στις χώρες του βορρά;
Το θεμελιώδες πρόβλημα της Ευρώπης είναι ο νέος διεθνής καταμερισμός εργασίας με την είσοδο νέων παικτών (Κίνα, Ινδία, Βραζιλία κ.α.) με πολύ άνισους όρους, πράγμα που δυσκολεύει τη διατήρηση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου. Σε αυτό το περιβάλλον ούτε η Γερμανία μπορεί να αντέξει μακροπρόθεσμα. Πολλοί προτείνουν την επιστροφή στα ξύλινα τείχη των εθνικών νομισμάτων. Βλέπετε ότι και στην Γερμανία φτιάχτηκε κόμμα του μάρκου. Κατά την άποψη μου το πραγματικό αίτημα των εργαζομένων στην Ευρώπη και των περιφερειακών οικονομιών πρέπει να κινηθεί προς την αντίθετη κατεύθυνση, προς την ομοσπονδοποίηση της Ευρώπης, την αξιοποίηση της μεγάλης εσωτερικής αγοράς των 500 εκατομμυρίων σε συνδυασμό με μεγάλες επενδύσεις στην έρευνα, το ανθρώπινο δυναμικό, την καινοτομία και τις σύγχρονες υποδομές προκειμένου να σταθεί στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Η άκαμπτη στάση της Γερμανίας στο ζήτημα της λιτότητας τρομάζει κόσμο και τον απομακρύνει από αυτήν την μόνη αποτελεσματική πολιτική. Το ατύχημα, που όμως μπορεί να διορθωθεί, είναι ότι οι δυνάμεις της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας – που είναι και ευρωπαϊστικές και κοινωνικά ευαίσθητες – βρίσκονται σε πτώση.
Προτείνω να μην ασχοληθούμε στα σοβαρά με τον μύθο του συμπαγούς νότου που θα αντιπαρατεθεί στο συμπαγή Βορρά. Με την Μέρκελ υπάρχει μια πιθανότητα – ελπίζω μετά τις εκλογές να σχηματιστεί Μεγάλος Συνασπισμός με τους σοσιαλδημοκράτες – να συνεννοηθούμε, με τον Μπερλουσκόνι και τον Γκρίλο καμία.
Πιστεύετε ότι μπορούμε να βγούμε από την κρίση;
Ναι. Δεν θα βγούμε αλώβητοι, δεν θα γυρίσουμε εκεί που ήμασταν , αλλά μπορούμε να βγούμε. Στην Ελλάδα, μετά τρία εφιαλτικά χρόνια, ο κόσμος διακρίνει μια αχτίδα ελπίδας. Και κυρίως συνειδητοποιεί ότι δεν υπάρχει άλλη λύση από την τρικομματική κυβέρνηση για να βγούμε το ταχύτερο δυνατό από το μνημόνιο. Τα διάφορα γλαφυρά και αντιφατικά όπως «θα το σκίσουμε το μνημόνιο, θα το καταγγείλουμε, θα το αναστείλουμε και θα το επαναδιαπραγματευτούμε» πείθουν όλο και λιγότερους. Η Κύπρος με πιο ευέλικτη οικονομία και καλύτερη δημόσια διοίκηση μπορεί να βγει ευκολότερα. Αρκεί οι βασικές πολιτικές δυνάμεις, το ΔΗΣΥ και το ΑΚΕΛ να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων, να μην χαθούν στον δαίδαλο της μικροπολιτικής και να πουν την αλήθεια στον λαό.