Ο ΕΝΔΟΤΙΚΟΣ, Ο ΣΚΛΗΡΟΣ ΚΑΙ Ο ΠΕΤΥΧΗΜΕΝΟΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΤΗΣ
Επί δύο χρόνια
η πολιτική ζωή της χώρας επισκιάζεται
από τη συζήτηση για ενδοτικούς (σημ. κατά κανόνα τους εκάστοτε Κυβερνητικούς),
που δέχονται αδιαπραγμάτευτα τις εντολές της τρόϊκας και για σκληρούς
διαπραγματευτές (σημ. κατά κανόνα αντιπολιτευόμενους), που θα μπορούσαν να
πετύχουν καλύτερους όρους. Επίσημα διακηρυγμένος στόχος για αμφότερους παραμένει
η συνέχιση της χρηματοδότησης και η παραμονή μας στο ευρώ.
Έτσι και αν
εξαιρέσει κανείς το ΚΚΕ (σημ. που προτείνει την πλήρη διαγραφή του χρέους, την
έξοδο της χώρας από το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, πολιτική με την οποία
διαφωνεί η συντριπτική πλειοψηφία του Ελληνικού Λαού) όλες οι άλλες πολιτικές
δυνάμεις με αποχρώσεις κινούνται στο ίδιο πλαίσιο. Όλα τα λοιπά κόμματα ξορκίζουν
την έξοδο της χώρας από το ευρώ και την επιστροφή στη δραχμή. Επιχειρούν να
ρίξουν την ευθύνη για μια τέτοια δυσμενή εξέλιξη στους πολιτικούς τους
αντιπάλους.
Η σημερινή
Κυβέρνηση και τα τρία κόμματα που τη στηρίζουν κατηγορούν την αντιπολίτευση και
κυρίως το ΣΥΡΙΖΑ, που ως αξιωματική αντιπολίτευση είναι το αντίπαλο δέος, ότι
με τις λαϊκίστικες προτάσεις της οδηγεί τη χώρα άμεσα σε άτακτη χρεοκοπία και
στη δραχμή. Η αντιπολίτευση από πλευράς της ισχυρίζεται ότι με τις
εφαρμοζόμενες «μνημονιακές» πολιτικές η χώρα με μαθηματική ακρίβεια οδηγείται
θέλοντας και μη στην πτώχευση και τη δραχμή.
Ποιος έχει
δίκιο; Πιθανότατα και οι δύο. Διότι αν ακολουθήσει η χώρα τις φωνές περί
σκληρής διαπραγμάτευσης, δηλαδή άμεση καταγγελία του μνημονίου και των
δανειακών συμβάσεων (Σημ. το πυρηνικό μας όπλο κατά τον Αλέξη Τσίπρα), είναι φανερό,
ότι θα σταματήσει πάραυτα η χρηματοδότηση και η χώρα θα αναγκαστεί να
επιστρέψει σε εθνικό νόμισμα. Δηλαδή ανθρωπιστική καταστροφή, όπως και στελέχη
του ΣΥΡΙΖΑ (π.χ. Γιάννης Δραγασάκης), δηλώνουν.
Από την άλλη
είναι προφανές ότι οι μνημονιακές πολιτικές της σκληρής λιτότητας οδηγούν σε
μεγαλύτερη ύφεση, έκρηξη της ανεργίας, διάλυση του κοινωνικού ιστού και
αποδιάρθρωση της οικονομίας. Η Χώρα μπαίνει ολοένα και ποιο βαθιά στην κρίση,
δίχως ορίζοντα διαφυγής και ελπίδα διεξόδου. Δίχως βεβαίως να παραγνωρίζουμε
τις δικές μας βαρύτατες ευθύνες που επί δεκαετίες ζούσαμε με δανεικά και επί
δύο χρόνια πέρα από περικοπές σε μισθούς
και συντάξεις δεν προχωρήσαμε σε διαρθρωτικές αλλαγές, μείωση δημοσίου
τομέα, περιστολή δαπανών κλπ, οι πολιτικές λιτότητας διαλύουν τη χώρα. Οι
θυσίες δεν πιάνουν τόπο και είναι πολύ πιθανό να οδηγηθούμε και πάλι στο ίδιο
αποτέλεσμα, δηλαδή στην πτώχευση και τη δραχμή.
Ποια είναι
λοιπόν η εθνικά επωφελής στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσουμε ως χώρα και ως
έθνος, αν θέλουμε να παραμείνουμε μια προηγμένη χώρα της Ευρώπης και να
διεκδικήσουμε ευρωπαϊκή λύση;
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΑΡΙΣΤΕΡΑ ως γνωστόν καταψήφισε τα μνημόνια, τις δανειακές συμβάσεις και τους
εφαρμοστικούς τους νόμους. Ποτέ όμως δεν σήκωσε και το «επαναστατικό λάβαρο»
της ανέξοδης αντιμνημονιακής ρητορείας. Αυτό το σήκωσαν και πολύ γρήγορα το
κατέβασαν η Νέα Δημοκρατία και ο Αντώνης Σαμαράς στην πρώτη φάση της κρίσης,
ο ΛΑΟΣ
και ο Γιώργος Καρατζαφέρης και συνεχίζουν να το σηκώνουν τα κόμματα της
σημερινής αντιπολίτευσης. (σημ. να θυμίσουμε ότι ακόμα και ο Ε. Βενιζέλος ως
Υπουργός Εθνικής Άμυνας είχε αρνηθεί να δει τους τροϊκανούς, ενώ τον Σεπτέμβριο
του 11 ως Υπουργός Οικονομικών τους «απέπεμψε» και στη συνέχεια «εκλιπαρούσε»
την επιστροφή τους).
Η ΔΗΜΑΡ μετά
το αποτέλεσμα των πρώτων εκλογών (Μάϊος 12), θεώρησε ότι θα πρέπει οπωσδήποτε
να σχηματιστεί Κυβέρνηση για να μπορέσει η χώρα να διαπραγματευθεί. Έθεσε
προεκλογικά το πλαίσιο μιας Κυβερνητικής συνεργασίας. Δίχως τη δική της συμβολή
η Χώρα δεν θα είχε Κυβέρνηση. Θα οδεύαμε προς τρίτη εκλογική αναμέτρηση με
ολέθρια αποτελέσματα. Η χώρα ήδη θα είχε εξέλθει από το ευρώ και θα είχε
οδηγηθεί σε ανεξέλεγκτη χρεοκοπία.
Μετά τις
εκλογές της 17 Ιουνίου του 2012 σχηματίσθηκε για πρώτη φορά Κυβέρνηση
συνεργασίας με βάση προγραμματική συμφωνία τριών κομμάτων. Δεν ήταν εύκολη
επιλογή για τη ΔΗΜΑΡ η συνεργασία με ΝΔ και ΠΑΣΟΚ με τις γνωστές διαχρονικές
τους ευθύνες. Έγινε αποδεκτή μετά από την επιτυχή κατάληξης μιας προγραμματικής
συμφωνίας, στην οποία και συμπεριλήφθηκαν τα περισσότερα από όσα προεκλογικά
είχαμε προτείνει τόσο όσον αφορά τις αλλαγές στο πολιτικό σύστημα, όσον και
αλλαγές που θα διαπραγματευτούμε με την τρόϊκα με στόχο τη σταδιακή
απαγκίστρωση από τους επαχθείς όρους του μνημονίου.
Σταθερή
επιλογή μας η παραμονή της χώρας στο ευρώ, ιδίως τώρα που διαφαίνονταν αλλαγές
στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Οι αλλαγές αυτές ενδεχομένως να οδηγήσουν σε μια
ριζική και ουσιαστική αντιμετώπιση της κρίσης, που πλέον αγγίζει τον ίδιο τον
σκληρό πυρήνα της ευρωζώνης.
Ήταν φανερό
από την πρώτη στιγμή ότι η Χώρα παίζει το τελευταίο της χαρτί. Ήταν προφανές
επίσης ότι η Κυβέρνηση βρίσκεται σε κείνη την μοιραία στιγμή που περιγράφει και
ο τραγουδοποιός, δηλαδή «με το κεφάλι
πάνω στον πάγκο του χασάπη !!!».
Η Κυβέρνηση
αυτή δεν έχει πολιτικό κεφάλαιο για να εξαντλήσει σε βάθος χρόνου. Οφείλει να
διαπραγματευτεί άμεσα και να ενημερώσει πλήρως τον Ελληνικό Λαό για τα
αποτελέσματα αυτής της διαπραγμάτευσης. Ή θα πετύχουμε κάποιες ουσιαστικές
αλλαγές ή θα έχουμε αποτύχει πλήρως. Οπότε ως έθνος πλέον πρέπει να πάρουμε τις
αποφάσεις μας. Ή θα συνεχίσουμε στην ίδια αδιέξοδη στρατηγική ή θα χαράξουμε τη
δική μας μοναχική πορεία.
Είναι γνωστό
ότι στη διαπραγμάτευση ο οφειλέτης είναι το αδύνατο μέρος. Δεν προσέρχεται
λοιπόν ως πολιτικός κουτσαβάκης ή τρομοκράτης. Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα,
ότι θα μας φοβηθούν και στο τέλος θα μας σώσουν για να μη καταρρεύσει και το
ευρώ, είναι προφανές ότι λέγονται από θέσεις λαϊκιστικής αντιπολίτευσης. Είναι
γνωστό επίσης ότι δεν θέτεις ένα θέμα προς διαπραγμάτευση, όταν έχεις δεδομένη
την πλήρη και κάθετη αρνητική στάση του δανειστή – συνομιλητή σου. Πολύ
περισσότερο όταν δεν έχεις υλοποιήσει τίποτε από όσα δεσμεύθηκες μόλις πριν από
λίγους μήνες ότι θα κάνεις.
Είναι βάσιμος
λοιπόν ο ισχυρισμός ότι πρέπει η χώρα να ανακτήσει τη χαμένη αξιοπιστία της.
Ότι πρέπει να αποδείξει πως είναι σε θέση όχι μόνο να υπόσχεται, όχι μόνο να
θεσμοθετεί, αλλά και να υλοποιεί διαρθρωτικές αλλαγές, περιστολή δαπανών και
αξιοποίηση δημόσιας περιουσίας. Η Κυβέρνηση όμως στην προσπάθειά της να
ανακτήσει η χώρα την αξιοπιστία της χάνει σταδιακά τη δική της αξιοπιστία, από
τη στιγμή που υποχρεώνεται σε υπαναχωρήσεις από διακηρυγμένους στόχους της και
παραβιάζει όρους της δικής της πρόσφατης προγραμματικής συμφωνίας (π.χ. όχι
άλλες περικοπές σε κατώτερους μισθούς και συντάξεις, επανακεφαλαιοποίηση και
εξυγίανση ΑΤΕ).
Αρχές Φθινοπώρου
θα τεθούν από την Κυβέρνηση θέματα προς διαπραγμάτευση με πρώτο και κύριο την
επιμήκυνση της δημοσιονομικής προσαρμογής. Προμηνύεται ένα δύσκολο παζάρι με
τους εταίρους και δανειστές μας. Στο τραπέζι θα πρέπει να τεθούν μια σειρά
θέματα για να αντιμετωπισθεί επιτέλους ουσιαστικά και αποτελεσματικά το ζήτημα
του Ελληνικού χρέους. Οφείλουμε να αξιώσουμε και να πετύχουμε: Διετή επιμήκυνση
της δημοσιονομικής προσαρμογής, αναδιάρθωση του χρέους σε Ευρωπαϊκή Κεντρική
Τράπεζα και Κρατικές Τράπεζες για να καταστεί επιτέλους βιώσιμο, ανακεφαλαιοποίηση
τραπεζών στα πρότυπα της πρόσφατης συμφωνίας για τις ισπανικές τράπεζες.
Τυχόν επιτυχία
της Κυβέρνησης θα συνιστά επιτυχία της χώρας και θα βλέπαμε επιτέλους φως στο
βάθος του τούνελ. Ενδεχόμενη αποτυχία θα επέφερε τέτοια απογοήτευση και
αδιέξοδο, που πλέον το ενδεχόμενο ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας και επιστροφής στη
δραχμή ίσως να φάνταζε αναγκαστικό και ψυχολογικά τουλάχιστο «λυτρωτικό».
Η ΔΗΜΑΡ με
αίσθημα ευθύνης στηρίζει την παρούσα Κυβέρνηση. Αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται
για μια δύσκολη συγκυβέρνηση στην πλέον κρίσιμη καμπή της μεταπολιτευτικής μας
ιστορίας. Υποχρεώνεται σε υποχωρήσεις για να πετύχει ο κύριος στόχος που είναι
η επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου. Αγωνίζεται να μη παρθούν άλλα δυσβάστακτα
για τα λαϊκά στρώματα μέτρα, να είναι αυτά κοινωνικά δίκαια, να υπάρχει
διαφάνεια στην αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Δεν θα άρει την εμπιστοσύνη
της στην Κυβέρνηση στην πρώτη διαφωνία της ως προς την ακολουθούμενη
κυβερνητική στρατηγική. Τιμά την υπογραφή της τόσο ως προς τις υποχρεώσεις που
ανέλαβε για στήριξη του κυβερνητικού έργου, όσο όμως και απέναντι στο Λαό.
Η ομαλή
Κυβερνητική πορεία οριοθετείται από την τήρηση των συμφωνηθέντων μεταξύ των
τριών κομμάτων και από την εφαρμογή και υλοποίηση της σχετικής προγραμματικής
συμφωνίας. Είναι προφανές ότι δεν μπορούν πάντοτε να γίνουν όλα, πολύ
περισσότερο όταν πολλοί στόχοι αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης με την
τρόϊκα. Είναι όμως επίσης προφανές ότι αν υποχρεώνεσαι σε τέτοιες αναδιπλώσεις,
που συνιστούν αυτοαναίρεση και ακύρωση στην πράξη των δεσμεύσεων προς το λαό
και διάψευση των ελπίδων που καλλιεργήθηκαν, πως δεν έχει παραπέρα νόημα η
συνέχιση ενός εγχειρήματος για την επίτευξη στόχων που δεν επιτυγχάνονται.
Σε κάθε
περίπτωση η Χώρα όφειλε να αναμετρηθεί με τα προβλήματα και να διαπραγματευθεί
με τους δανειστές της. Και αυτό θα κάνει το συντομότερο, από όσο το δυνατόν
καλύτερες διαπραγματευτικές θέσεις και με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη
διαπραγματευτική ισχύ.
Ο καθένας
μπορεί να έχει τις δικές του εκτιμήσεις και προσεγγίσεις στη διαμορφούμενη
σήμερα Κυβερνητική στρατηγική. Θα συμφωνήσουμε όμως όλοι, ότι πετυχημένος
τελικά διαπραγματευτής δεν είναι ούτε ο ενδοτικός, ούτε ο σκληρός, αλλά εκείνος
που πέτυχε το στόχο του.
Παναγιώτης
Χατζηγεωργίου
Γραμματέας ΝΕ Δράμας ΔΗΜΑΡ