Παρασκευή 28 Ιουνίου 2013

Ποιος ο λόγος να υποκρινόμαστε; Της Μαρίας Κατσουνάκη

Ποιος ο λόγος να υποκρινόμαστε;
Της Μαρίας Κατσουνάκη
Στα κινούμενα σχέδια υπάρχει μια σκηνή σταθερά επαναλαμβανόμενη: η πορεία ενός σφαιριδίου που διανύει τις πιο απίθανες διαδρομές για να καταλήξει στον εξαρχής στόχο του. Οι θεατές γελούν με την εξωπραγματική, θεότρελη επιστροφή, με αυτήν την ευρηματική κίνηση μπούμερανγκ, αν και ξέρουν με ακρίβεια τι θα συμβεί. Η εμπειρία της επανάληψης όμως δεν αποθαρρύνει τους σεναριογράφους· το αντίθετο μάλιστα: στηρίζονται στα εκπαιδευμένα ανακλαστικά του κοινού και όχι στον αιφνιδιασμό.
Κάπως έτσι συμβαίνει, χρόνια τώρα, με το υπουργείο Πολιτισμού. Οποιος τοποθετείται, προέρχεται συνήθως από διαδοχικές «καραμπόλες». Τα πρόσωπα αλλάζουν, η διαδικασία παραμένει αναλλοίωτη.
Κάπως έτσι προέκυψε και ο διάδοχος του κ. Κώστα Τζαβάρα, κ. Πάνος Παναγιωτόπουλος. Από το υπουργείο Εθνικής Αμυνας (στο οποίο μετακινήθηκε ο κ. Αβραμόπουλος) βρέθηκε στο Πολιτισμού, που ξανάγινε υπουργείο από Γενική Γραμματεία. Αναβάθμιση και αμηχανία. Ποιος μπορεί τώρα να ισχυριστεί ότι η κυβέρνηση δεν υπολογίζει στον Πολιτισμό, δεν τον θεωρεί «βαριά βιομηχανία» και «άμυνα της χώρας»;
Στην προσωπική ιστοσελίδα του Π. Παναγιωτόπουλου, στο μενού επιλογών, έχουν ήδη προστεθεί τρεις νέες κατηγορίες: Δραστηριότητα, Δελτία Τύπου και Δηλώσεις του υπουργού Πολιτισμού. Η αναζήτηση καταλήγει σε κενό. Λευκή σελίδα. Προφανώς, τις προσεχείς ημέρες, το επικοινωνιακά ακαταπόνητο πιστό στέλεχος της Ν.Δ., θα εμπλουτίσει το βιογραφικό του.
Βέβαια, οι δηλώσεις του δεν θα αφήσουν κανένα περιθώριο αμφιβολίας ούτε για τις επιθυμίες ούτε για τις προθέσεις του. Ο πολιτισμός (μπλα, μπλα, μπλα) προσφέρεται για τα πάντα και το τίποτα (με το δεύτερο να προηγείται θριαμβευτικά). Ετσι και χθες, στην καθιερωμένη τελετή παράδοσης και παραλαβής, ο απερχόμενος χειροκρότησε τη «θεσμική παλινόρθωση του ΥΠΠΟ» και ο νεοτοποθετηθείς σχολίασε τη νέα διαδρομή, «ελπίζω συναρπαστική, γόνιμη και ωφέλιμη στους ιδιαίτερα χαλεπούς καιρούς της δημοσιονομικής και οικονομικής κρίσης».
Ομως, επειδή, ακριβώς, οι «καιροί είναι χαλεποί», θα όφειλαν ίσως οι πολιτικά αρμόδιοι να είναι ειλικρινείς και απενοχοποιημένοι: δεν θέλουν το ΥΠΠΟ. Δεν τους απασχολεί. Υπάρχει όχι γιατί το υπαγορεύει κάποια εθνική ανάγκη αλλά για να εξυπηρετεί τη σκακιέρα των υπουργοποιήσεων, τις κομματικές ισορροπίες και τα πελατειακά δίκτυα. Για να απορροφά κραδασμούς και αντιδράσεις.
Ποιος ο χαρακτήρας ενός απαξιωμένου υπουργείου Πολιτισμού; Η γενική γραμματεία πρόδιδε την υποβάθμιση; Οταν τελειώνουν οι αναμονές για την καλύτερη επόμενη ημέρα (σε θεσμικό επίπεδο τουλάχιστον) και απομένει, απλώς, η διαχείριση ενός υπουργικού ρόλου, ποιος ο λόγος να υποδυόμαστε (υποκρινόμαστε) όλοι, ότι η χώρα συντηρεί υπουργείο για τον Πολιτισμό της; Βοηθούν οι αυταπάτες;