Ίσως ως ένα πλαίσιο διαλόγου
Του Μιχάλη Γ.Τριανταφυλλίδη
Η ελληνική κοινωνία, βουλιαγμένη στην κρίση και την απόγνωση, απορρίπτει, το ένα μετά το άλλο, τα στοιχεία ενός μοντέλου συγκρότησης της πολιτείας, που μας έφτασε μέχρι σήμερα, χωρίς να νοιάζεται, σχεδόν καθόλου, για τις όποιες συνέπειες ή και τα κενά.
Απορρίπτει ότι την ενοχλεί. Κι ανάμεσα σ’ αυτά και την πολιτική όπως την γνωρίζαμε.
Και φυσικά τα κόμματα της. Εδώ εδράζεται, πιστεύω και η αύξηση της αντίληψης για τη βία, ως κυρίαρχο στοιχείο της πολιτικής συμπεριφοράς.
Η ελληνική κοινωνία έδειξε αντοχές πολύ μεγαλύτερες των αναμενομένων. Έδειξε να αναγνωρίζει τις προσπάθειες που έγιναν και να υπομένει τις θυσίες.
Για το λόγο αυτό φαίνεται, περιμένει για λίγο ακόμη, λίγο όμως και το εννοώ.
Η Δημοκρατική Αριστερά, ξεφεύγοντας από την μέγγενη ενός παρηκμασμένου πολιτικού μορφώματος προσπάθησε να δώσει ελπίδα και κουράγιο.
Αμφιταλαντεύτηκε αρκετές φορές.
Δημιούργησε προσδοκίες και αναμονές, πραγματοποίησε μία κίνηση υπέρβασης που θα μείνει, σίγουρα, στην ιστορία, ως προσπάθεια για διαμόρφωση μιας άλλης κουλτούρας για τα κυβερνητικά σχήματα.
Ξαφνικά λύγισε.
Το γιατί, για αργότερα και για τους ιστορικούς και τους αναλυτές.
Το πολιτικό σύστημα προσπαθεί φανατικά να συντηρηθεί, να αναπαραχθεί, να δείξει ότι παρά τα όσα λέγονται αυτό υπάρχει. Όχι όμως στη συνείδηση του πολίτη, μόνον στις βουλές των βολεμένων.
Η Δημοκρατική Αριστερά δυστυχώς δεν κατάφερε να απαγκιστρωθεί και απαλλαγεί από αυτό. Έδειξε ότι είναι μέρος του, κομμάτι αναπόσπαστο.
Όχι γιατί δεν ήθελε ίσως.
Μπορεί και να μην μπορούσε.
Η ελληνική κοινωνία περιμένει εναγωνίως από τις σύγχρονες πολιτικές δυνάμεις που παράγουν πολιτική, προτάσεις κι όχι εν γένει οράματα, όχι εν γένει παραπομπές στο μέλλον και τον παράδεισο.
Περιμένει τις καινούριες ιδέες για το πώς δημιουργούνται καινούριες δουλειές και δεν διαιωνίζονται οι ελεημοσύνες για την πελατεία.
Οι εκατοντάδες χιλιάδες άνεργοι περιμένουν την πολιτική τους έκφραση κι αυτή δεν είναι ούτε τα κατ επίφαση συνδικάτα, ούτε φυσικά τα κόμματα των βολεμένων.
Μπορούν να διαμορφωθούν οι νέες συλλογικότητες, και οι νέες προοπτικές που θα αναπτυχθούν, αποκλειστικά με γνώμονα τη δουλειά κι όχι το καλαμπούρι περί εκπροσώπησης.
Η Δημοκρατική Αριστερά στη θέση, που επέλεξε να καταχωνιαστεί, κινδυνεύει να αφανιστεί και δεν είναι σίγουρα αυτή, η θέληση των περισσότερων που πίστεψαν σ’ αυτήν την προσπάθεια.
Πρέπει να ανοίξει τα αυτιά και τα μάτια της και να συναντηθεί με τις δυνάμεις της κοινωνίας που ακόμη επιχειρούν, με τον τρόπο του ο καθείς, να προχωρήσουν μπροστά, να δουν την επόμενη μέρα.
Να συναντηθεί με τους νέους ανθρώπους και όχι μόνον με τους προθαλάμους των κέντρων υπερηλίκων. Εκεί όμως τα μπαλαμούτια και το ευκολίκι του ξύλινου, αποστεωμένου, αφυδατωμένου λόγου που συνήθισε η αριστερά της νομενκλατούρας και της λίστας αναμονής δεν περνάνε.
Εκεί απαιτείται, φρεσκάδα και ιδέες, προτάσεις κι όχι αερολογίες και ισοδυναμήτες…
Αυτή την πολιτική δύναμη αναμένει η κοινωνία, που θα απλώνεται με ορίζοντες ανοιχτούς κι όχι περιορισμένη τοπογραφική διάσταση.
Θα επικοινωνεί, όπως όλοι μας πλέον κι όχι με την τεχνολογία των ταχυδρομικών περιστεριών.
Θα συμπλέει και συμβαδίζει κάθε φορά με τις επιλογές που βοηθάν και προτείνουν οι πολλοί και θα απαντά με επιχειρήματα κι όχι με κραυγές…
Με λίγα λόγια θα δρα και θα παράγει και δεν θα παρατηρεί ως θεατής β΄ εξώστη.
Η νέα αριστερά δεν θα έχει καν πρόβλεψη για επαγγελματικές σχέσεις με την πολιτική. Και θα δώσει πραγματικό νόημα στη δημοκρατία και τη λειτουργία της κι όχι την επίφαση που ο καθένας έχει κάνει λάστιχο για ίδιο συμφέρον.
Η νέα πολιτική δύναμη που ξεπηδάει μέσα από τις εμπειρίες της Δημοκρατικής αριστεράς δεν έχει απλώς ανάγκη ανανέωσης αλλά αποδοχής της νέας εποχής και των σύγχρονων αναγκών για την πολιτική.
Ακόμη και για την Ευρωπαϊκή προοπτική το βλέμμα μας θα πρέπει ν ανοίξει ακόμη και να στραφεί εκεί που υπάρχουν οι δυνάμεις της αλλαγής και της επιμονής στο κοινό ευρωπαϊκό μέλλον κι όχι στις συμβατικές γραφειοκρατικές παραμορφώσεις.