Είναι υπερδανεισμένη η Ελλάδα;
Tου Κώστα Καλλίτση, Καθημερινή, 8.4.12
Τρεις
οικονομολόγοι (Cecchetti, Mohanty και Zampolli) της Τράπεζας Διεθνών
Διακανονισμών (BIS), μελέτησαν το χρέος κράτους, νοικοκυριών και μη
τραπεζικών επιχειρήσεων σε 18 χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ στην 30ετία 1980-2010.
Σύμφωνα με τη μελέτη, το 2010, ως ποσοστό του ΑΕΠ, το συνολικό χρέος
της Ιαπωνίας ήταν 456%, των ΗΠΑ 268%, της Βρετανίας 322%, της Γαλλίας
321%, της Ιταλίας 310%, της Ολλανδίας 327%, της Ισπανίας 355%, της
Πορτογαλίας 366% κ.λπ. Ο μέσος όρος των 18 ήταν 322%. Το χρέος της
Ελλάδας ήταν 262% του ΑΕΠ, πολύ κάτω από τον μέσο όρο, ενώ το 2011
έκλεισε στο 279,3% του ΑΕΠ (603,9 δισ. ευρώ). Η
Ελλάδα, συνολικά, δεν είναι υπερδανεισμένη. Ποιο είναι, λοιπόν, το
πρόβλημά μας; Η απάντηση κρύβεται στην ανάλυση αυτού του χρέους. Πρώτον:
Το χρέος των ελληνικών νοικοκυριών, το 2010, ήταν ίσο με 65% του ΑΕΠ,
ενώ ο μέσος όρος στις 18 ήταν 94%. Το 2011, στην Ελλάδα έπεσε στο 52,3%
του ΑΕΠ (113,1 δισ. ευρώ).
Δεύτερον:
Το χρέος των ελληνικών μη τραπεζικών επιχειρήσεων, το 2010, ήταν ίσο με
το 65% του ΑΕΠ ενώ ο μέσος όρος στις 18 ήταν 126%. Το 2011, στην
Ελλάδα, μειώθηκε στο 62,7% (135,5 δισ. ευρώ).
Τρίτον:
Στο δημόσιο χρέος, η εικόνα ανατρέπεται. Το 2010, το ελληνικό ήταν ίσο
με το 132% του ΑΕΠ ενώ ο μέσος όρος στις 18 ήταν 97%. Το 2011, στην
Ελλάδα ανέβηκε στο 164,3% του ΑΕΠ (355,4 δισ. ευρώ).
Ερώτημα:
Γιατί στην Ελλάδα ήταν τόσο υπο-δανεισμένοι οι ιδιώτες και τόσο
υπερδανεισμένο το κράτος; Επειδή οι ιδιώτες ήταν συνετοί και το κράτος
σπάταλο; Οχι. Η απάντηση είναι: Επειδή το κράτος ήταν πελατειακό. Αυτό
έπαιρνε το ρίσκο του δανεισμού και εκχωρούσε στους «πελάτες» το προϊόν
του, ως πρόσοδο κρατικά εγγυημένη.
Τα
«γιατί» και «πώς», γνωστά. Το κράτος δανειζόταν για να τροφοδοτεί τη
συνολική ζήτηση, να κινείται η οικονομία και να διασφαλίζεται η
κοινωνική συναίνεση. Χωρίς να μεριμνά για τη δημιουργία σύγχρονων,
ισχυρών παραγωγικών δομών, για την προώθηση διαρθρωτικών αλλαγών που θα
στήριζαν την παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα της οικονομίας (όπως
άλλα κράτη του ανεπτυγμένου καπιταλισμού), κατάντησε να γίνει εχθρικό
στην ανάπτυξη. Την υπονόμευσε στερώντας της πόρους, υπέρ του παρασιτικού
μοντέλου της κατανάλωσης με δανεικά και αγύριστα. Η οικονομία φαινόταν
να μεγεθύνεται. Αλλά, αθόρυβα, είχε παύσει να αναπτύσσεται, πολύ πριν
καταρρεύσει.
Ορισμένοι
μιλούν για ανάπτυξη εννοώντας, απλώς, τη μεγέθυνση. Μεγέθυνση χωρίς
ανάπτυξη, πλέον, δεν μπορεί να γίνει. Και η ανάπτυξη προϋποθέτει εκείνες
τις μεταρρυθμίσεις, που επί 10ετίες δεν έγιναν. Τις οποίες, την
τελευταία διετία, άλλοι προώθησαν ατελώς και άλλοι πολέμησαν τόσο ώστε
να ρισκάρουν ακόμα και την παραμονή της χώρας στο ευρώ.
Η
μελέτη της BIS υποδηλώνει το πρόβλημα: Η ελληνική κοινωνία ως
σχηματισμός, με ατμομηχανή την κυρίαρχη παρασιτική ελίτ και μεσολαβητή
το κατεστημένο πολιτικό σύστημα, πίεζε το κράτος («δημοκρατικά», από
δεξιά κι «αριστερά»…) να δανείζεται και να της μεταβιβάζει το προϊόν του
δανεισμού: Χιλιάδες μισθοί άνευ εργασίας, επιδοτήσεις άνευ παραγωγής,
πλιάτσικο σε δημόσια έργα και προμήθειες, διασπάθιση φόρων και
ασφαλιστικών πόρων. Mε το τέλος αυτής της «ευφορίας», θα αρχίσει η
ανάπτυξη.