Τρίτη 24 Ιουλίου 2012

Αντισυστημική ουτοπία και ενοχική αριστερά Κώστας Πέτρουλας, 24/07/2012


Αντισυστημική ουτοπία και ενοχική αριστερά

Κώστας Πέτρουλας, 24/07/2012


Πρόσθεσε στο FacebookΠρόσθεσε στο DeliciousΠρόσθεσε στο NewsvineΠρόσθεσε στο Twitter
Αν πούμε ότι έχουμε ένα ολοκληρωμένο πολιτικό σχέδιο που περιγράφει την ανατροπή του καπιταλισμού και προδιαγράφει μια άλλη κοινωνία και οικονομία, λαϊκής εξουσίας, μη καπιταλιστικής παραγωγής, τότε πίσω του μπορεί να τρέχει και ένα αντισυστημικό επαναστατικό κίνημα. Ένα κίνημα με στρατηγική σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Έχουμε τέτοιο σχέδιο;
Όχι. Παγκοσμίως όχι.
Τα δύο πολιτικά θεωρήματα που ζυμώθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα και μορφοποιήθηκαν στις αρχές του 20ου, διαψεύστηκαν και αποτελούν παρελθόν, χιμαιρικό για το ένα και εφιαλτικό για το άλλο.
Ο αναρχισμός του Μπακούνιν και του Κροπότκιν, ο φεντεραλισμός ελεύθερης συμμετοχής, χωρίς κράτος, διότι θα το καθιστούσε άχρηστο η μοναδική εξουσία που θα προερχόταν από τη λαϊκή βούληση στη βάση της ομοσπονδίας και όχι στην κορυφή, υπήρξε το πιο όμορφο και συναρπαστικό όνειρο. Υποσχόταν μια οικονομία αυθόρμητης συλλογικής παραγωγής και μια κοινωνία αλληλεγγύης με μηδενική παραβατικότητα. Δεν έπεισε και δεν κατάφερε να δοκιμαστεί, παρέμεινε κίνημα, ή επανάσταση μέσα σε μια ευρύτερη επανάσταση που δεν νίκησε και δεν κυβέρνησε ποτέ. Στην Ουκρανία ο αναρχικός στρατός του Μαχνο εξοντώθηκε από τον κόκκινο στρατό του Λένιν και στην Ισπανία συμμετέχοντας στο μέτωπο της δημοκρατίας, ηττήθηκε από την αντίδραση αφού πρώτα είχε αναγκαστεί ο Ντουρούτι να παραδεχτεί ότι οργάνωση, ιεραρχία και ηγεσία, ήταν απαραίτητη, τουλάχιστον στον πόλεμο.
Αυτές ήταν οι δύο πιο μεγάλες στιγμές του.
Κατά τ’ άλλα και έκτοτε, ουδέν αξιοσημείωτο.
Την υπόθεση της ανατροπής του καπιταλισμού, τη σήκωσε ουσιαστικά η θεωρία του επιστημονικού σοσιαλισμού.
Ο Μαρξ διάβασε τους όρους εξέλιξης της ιστορίας και πρόβλεψε πως η πάλη των τάξεων θα καταλήξει να αποσπάσουν οι εργάτες τα μέσα παραγωγής από τους αστούς κεφαλαιοκράτες και να τα διαχειριστούν ως συλλογική ιδιοκτησία.
Ο Λένιν έκανε τη θεωρία πολιτικό σχέδιο και η ανθρωπότητα ευτύχησε να πιστέψει πως κρατάει στα χέρια της το εργαλείο με το οποίο θα βάλει τέλος στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Κοντεύουν εκατό χρόνια από τη ρωσική επανάσταση και πάνω από είκοσι από την κατάρρευση των καθεστώτων του συμφώνου της Βαρσοβίας που ονομάστηκαν σοσιαλισμός και πλέον δεν υπάρχουν μυστήρια και μυστικά. Η δικτατορία του προλεταριάτου δεν υπήρξε, παρά μόνο ως δικτατορία του κόμματος στο όνομα του προλεταριάτου. Δεν απέδωσε τον σοσιαλιστικό δρόμο προς την αταξική κοινωνία, αλλά  έναν αυταρχικό και δικτατορικό κρατικό καπιταλισμό, στον οποίο άρχουσα τάξη αναδείχτηκε η κομματική γραφειοκρατία.
Τι δεν πήγε καλά; Οι λάθος άνθρωποι που χειρίστηκαν μια σωστή θεωρία; Θα ήταν παρήγορο να ήταν αυτή η αιτία, αλλά δεν είναι.
Επικράτησε να μην ονομάζουμε λενινιστικά τα καθεστώτα που προέκυψαν από τις θεωρίες του Λένιν, αλλά σταλινικά εκ του χείριστου αποτελέσματος, επειδή η τρομοκρατία και η καθεστωτική εγκληματικότητα του Στάλιν, συγκρίνεται με εκείνη του Κόμοδου ή του Καλιγούλα. Όμως, υπεύθυνος για τη στρεβλή και άκυρη πορεία προς το σοσιαλισμό, είναι ο λενινισμός, το σχέδιο και οι υποθέσεις που δεν επαληθεύτηκαν.
Το ένα και μοναδικό κόμμα που λειτουργεί με το γνωστό «δημοκρατικό» συγκεντρωτισμό, στον οποίο η ηγεσία έχει τον τελευταίο λόγο, προκαθορίζει τα συστατικά τής ματαίωσης και της εκτροπής. Η υπόθεση ότι το κόμμα θα υπερασπίζεται τα εργατικά συμφέροντα χωρίς να ελέγχεται θεσμικά από αδέσμευτα εργατικά συμβούλια, καθώς και ο αποκλεισμός άλλων κομμάτων, δεν έδωσαν ποτέ και πουθενά την εξουσία στο λαό, αλλά στο κόμμα.
Στη Σοβιετική Ένωση, τα αδέσμευτα σοβιέτ είπαν την τελευταία λέξη τους στην εξέγερση της Κροστάνδης και ηττήθηκαν, για να μην επανέλθουν ποτέ. Στην Ουγγαρία και την Τσεχοσλοβακία, ενταφιάστηκαν και οι τελευταίες ελπίδες ανασκευής του λενινιστικού μονοκομματισμού, καθώς οι απόπειρες εκδημοκρατισμού, καταπνίγηκαν από τις ωμές στρατιωτικές επεμβάσεις της Ρωσίας.
Κάπου εκεί, οι ψευδαισθήσεις πήραν τέλος. Η υπόθεση σοσιαλισμός δια χειρός Λένιν, δεν έστρεξε. Δεν έχει νόημα να μιλήσουμε για τα εκατομμύρια εκτελεσμένους εξορισμένους και καθημαγμένους και ούτε να θυμίσουμε ότι ουδείς ηγέτης μπολσεβίκος επέζησε. Αυτά είναι συνεπακόλουθα κάθε δικτατορίας και η δικτατορία είναι συνεπακόλουθο κάθε μονοκομματικής εξουσίας.
Το δομικό σφάλμα του μονοκομματισμού, ακυρώνει στην πράξη την θεμελιώδη ουσία του σοσιαλισμού. Η ιδέα ότι το κράτος υπηρετεί τα συμφέροντα της τάξης που κατέχει τα μέσα παραγωγής, αντιστράφηκε. Η ιδιοκτησία των παραγωγικών μέσων δεν πέρασε στα συλλογικά χέρια των εργαζόμενων, οι οποίοι θα δημιουργούσαν το κράτος των δικών τους συμφερόντων. Το κράτος πέρασε στον απόλυτο έλεγχο τού κόμματος, ενέγραψε στην περιουσία του τα μέσα παραγωγής, απέχτησε τον ρόλο του εργοδότη, η εργασία παρέμεινε εξαρτημένη και αλλοτριωμένη, ο εξαναγκασμός ήταν μονόδρομος για τη διατήρηση μιάς γραφειοκρατίας στην εξουσία κι αυτά δεν είναι σοσιαλισμός, είναι δικτατορικός καπιταλισμός.
Το σχέδιο απέτυχε, ο λενινισμός απεβίωσε και η ανθρωπότητα επέστρεψε εκεί από όπου είχε ξεκινήσει. Η αστική δημοκρατία, με όλες τις  παθογένειες που περιέχει το συστημικό της DNA, κρίθηκε ασύγκριτα πλησιέστερη στα ανθρώπινα δικαιώματα από τον δικτατορικό καπιταλισμό.
¨Όλα αυτά βεβαίως δεν μπορούν να εξομοιώσουν τις προθέσεις και το όραμα του ανατρεπτικού σοσιαλιστικού κινήματος, με τα στερεότυπα του καπιταλισμού. Αυτονόητα, δεν συνεπάγεται και παραίτηση από τα σοσιαλιστικά ιδεώδη τα οποία εκπορεύονται από τον ενσωματωμένο στην ανθρώπινη φύση ουμανισμό. Η ανθρωπότητα, δεν θα πάψει να αναζητά ένα νέο σοσιαλιστικό σχέδιο.
Φρονούμε δε, πως η διερεύνηση μιας πειστικής και εφικτής πρότασης, οφείλει να ζητήσει τη συνεργασία περισσότερων επιστημών πλην της οικονομικής και της πολιτικής. Η πλευρά τής συνεργατικής φύσης του ανθρώπου, ανταγωνίζεται χωρίς πλεονέκτημα την αντίστοιχη ατομική κι αυτό δεν μπορεί να το αγνοήσει κανένα θεώρημα.
Μόνο θεσμοί που θα εμπιστεύονται και θα παραδίδουν στους λαούς τον έλεγχο της εξουσίας, χωρίς να παραβλέπουν την ανάγκη για προσωπική προκοπή και διάκριση, θα μπορέσουν αφ’ ενός να εμποδίσουν την απληστία και την κατάχρηση και αφ’ ετέρου να συμφιλιώσουν τον ατομισμό με την συλλογικότητα.
Οι σοσιαλιστικές ιδέες βλέπουν ως την αταξική κοινωνία και θα είναι πάντα πηγή αναζήτησης του μοντέλου και του δρόμου που θα μας οδηγήσει εκεί. Δεν έχουν ημερομηνία λήξεως.  Οι συγκεκριμένες πολιτικές όμως που απέτυχαν να κάνουν αυτές τις ιδέες πράξη, είναι ληγμένες.
Στο δια ταύτα και επί του παρόντος, ενώπιον του καπιταλιστικού συστήματος, δεν υπάρχει αντισυστημική πρόταση.
Αυτή η έλλειψη ορίζει και το πλαίσιο της περιπέτειας που για πολλά χρόνια ταλανίζει την αριστερά. Αφού για περίπου έναν αιώνα πίστεψε ότι έχει ολοκληρωμένη λύση αντικατάστασης του καπιταλισμού, αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι κατά κύριο λόγο δεν συκοφαντούσαν οι καπιταλιστές τον σοσιαλισμό, αλλά οι χούντες που τον επαγγέλονταν. Το πλήγμα ήταν βαρύ. Χαμένοι αγώνες, χαμένες επαναστάσεις, χαμένο αίμα και χαμένο όνειρο.
Δυσκολεύτηκε να παραδεχτεί την απώλεια και ταλαιπωρήθηκε πολύ μπροστά στη μακέτα που έδειχνε τι θα βάλει επάνω στα ερείπια του καπιταλισμού. Οι όποιες όσες κερδισμένες μάχες του συστημικού μεταρρυθμιστικού κινήματος, φάνταζαν ως συμβιβασμός και ξεπεσμός απέναντι στο όραμα ενός κερδισμένου πολέμου. Αλλιώς παρακινεί η ιδέα ότι κατέχεις το εργαλείο που θα αποδώσει δικαιοσύνη σε όλους τους λαούς του κόσμου, κι αλλιώς η ιδέα της οριακής βελτίωσης που μεταθέτει τα μεγάλα σχέδια σε απώτερο και αβέβαιο μέλλον.
Ενώπιον της ζώσης ύλης όμως, οι δρόμοι που της προσφέρονταν πια, ήταν δύο. Ή ένταξή της σε ένα μεταρρυθμιστικό κίνημα, ή ο αυτισμός.
Όποιο δρόμο κι αν έπαιρνε, θα την συνόδευαν ενοχές. Ενοχές επειδή εγκατέλειψε τον παράδεισο της ανατροπής, ή ενοχές επειδή άφησε αβοήθητους και απροστάτευτους τους εργαζόμενους να τους κυβερνούν τα παραδοσιακά κόμματα.
Σε πολλές περιπτώσεις ανά τον κόσμο, χρειάστηκε να συρρικνωθεί και να απειληθεί με διάλυση για να αποδεχθεί την πρόκληση του υπευθύνου αγώνα στις αντικειμενικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί. Σε άλλες, απλώς διαλύθηκε.
Ο αντισυστημισμός χωρίς πρόταση αντικατάστασης του συστήματος, είναι εξαπάτηση του λαού και παγίδα για τον εργαζόμενο. Η εμμονή αγγίζει τα όρια του ναρκισσισμού για το κόμμα και δεν αφορά το εργατικό κίνημα, αφορά μόνο τους ψυχολογικά - τουλάχιστον - ευημερούντες στον αόριστο μύθο τους,
Ο αντισυστημισμός που επιμένει να προτείνει τη «λαϊκή εξουσία» της Βόρειας Κορέας, είναι πιο τίμιος, αλλά η προσφορά του στο λαϊκό κίνημα είναι επίσης αρνητική. Δεν ξέρουμε τι πνευματικά χαρίσματα, ευφυΐας ή αθωότητας, μπορεί να έχουν κάποιοι για να αγνοούν έτσι λεβέντικα την ιστορία και την πραγματικότητα, αλλά αν δεν φταίει αυτό, τότε λένε συνειδητά ψέματα για να διατηρήσουν ένα κλαμπ με καλές θέσεις εργασίας για την ηγεσία.
Και στις δύο περιπτώσεις, η σοβαρή αντισυστημική πολιτική είναι ουτοπία. Δεν υπάρχει, εφ’ όσον δεν υπάρχει δεν υπάρχει εναλλακτική στρατηγική.
Υπάρχει όμως ο οπορτουνιστικός αντισυστημισμός, ο οποίος στην Ελλάδα είναι ανθεκτικός και επιμένει. Πρόκειται για μια τακτική χωρίς στρατηγική, η οποία αδιάκριτα παρακινεί ή ταυτίζεται με κάθε διεκδίκηση ή κινητοποίηση, με τη λογική ότι κάθε ζημιά στο σύστημα, την εισπράττει ως κέρδος ο λαός.
Βεβαίως, προς άρση κάθε παρεξήγησης, προφανώς υπάρχουν δίκαιες κινητοποιήσεις εργαζόμενων που οδηγούνται σε αγώνες και συγκρούσεις και καθήκον της αριστεράς είναι να τις στηρίζει. Η πάλη των τάξεων δεν καταργείται. Όμως η πολιτική της ζημιάς δεν τις ξεχωρίζει από τις άδικες και βλαπτικές για το σύνολο. Απεργίες διαρκείας σε εργοστάσια που στο τέλος κλείνουν και χάνουν οι εργάτες τη δουλειά τους, συντεχνιακές διεκδικήσεις που έχουν σκοπό να εισπράξουν προνόμια από τους φόρους των συναδέλφων εργαζόμενων, κινητοποιήσεις που καταστρέφουν σημαντικούς κλάδους εργασίας όπως τον τουρισμό και το εμπόριο, ή βλάπτουν την υγεία των πάντων, οφείλουν να αναζητήσουν διάλογο και συμβιβαστικές λύσεις. Το σύστημα δεν περιέχει μόνο παθογένειες, αλλά και ένα επίπεδο ζωής για τους εργαζόμενους που επιδέχεται βελτίωση, την οποία δεν μπορούν να διεκδικήσουν όταν καταστρέφεται η κοινωνική συνοχή και μαζί της η παραγωγική βάση.
Ο καιροσκοπισμός των ερειπίων αφήνει άστεγους εκείνους που μένουν στα ετοιμόρροπα σπίτια, τους ασθενέστερους, Μακροπρόθεσμα θα αφήσει πολιτικά άστεγους και τους καιροσκόπους, αλλά στην Ελλάδα δείχνει ότι αργεί ακόμη και ως τότε δεν ξέρουμε πόσες πληγές θα μετρήσουμε, δεδομένου ότι ο αντισυστημισμός συνοδεύεται και από δύο ευανάγνωστες εμμονές.
Η μία είναι το κράτος. Καίτοι αστικό, τους φαντάζει σαν προμαχώνας εργατικών δικαιωμάτων, αφ’ ενός επειδή δεν μπορούν να απαλλαγούν από τη στρεβλή ανάγνωση του Λένιν - «κράτος κι επανάσταση» - και αφ’ ετέρου επειδή προτιμούν να αγνοούν την ιστορική εμπειρία. Ως μαχητός αντίπαλος δε, επειδή την εργοδοσία την χρεώνεται η εκάστοτε κυβέρνηση με μπάτζετ τους δικούς μας φόρους, κατάφεραν να συμβάλλουν στον υπερτροφισμό του και στην ασυδοσία του, διευκολύνοντας την πελατειακή πολιτική των κυβερνώντων, με οδυνηρό αποτέλεσμα τη σημερινή χρεοκοπία.
Η άλλη εμμονή είναι η βία. Αυτό πια είναι και ιδεολογικό σκάνδαλο. Η βία ως αντίσταση μιάς πλειοψηφίας στη βία που της ασκεί κάποια μειοψηφία, είναι επαναστατική και ως τέτοια τιμάται δεόντως από την παγκόσμια συνείδηση. Ως βία της μειοψηφίας, είναι απλώς βία, ίδια με εκείνη που ασκούν οι φασίστες και οι κάθε εχθροί της όποιας μορφής δημοκρατίας και του λαού. Αν μπορούσε η βία να χρήσει αυτόματα κάποιον επαναστάτη επειδή φωνάζει ότι είναι αριστερός, τότε θα έπρεπε να αποκαταστήσουμε επειγόντως τον Πολ Ποτ και τους ερυθρούς Χμερ της Καμπότζης.
Αυτή η αριστερά, έχει κλείσει πρακτικά τον κύκλο της. Στην καλύτερη περίπτωση δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τις προσδοκίες των εργαζόμενων και στην χειρότερη, υπονομεύει τις κατακτήσεις τους.
Το γεγονός ότι ένα τμήμα της αποσπάστηκε από τις πολιτικές ευκαιρίας που ιστορήσαμε, μας επιτρέπει να ελπίζουμε ότι έφτασε ή ώρα να γυρίσουμε σελίδα. Δεν υποτιμούμε τις περιστάσεις μέσα στις οποίες έκανε το γενναίο βήμα, είναι οι δυσκολότερες, αλλά η αριστερά οφείλει να βρίσκεται εκεί όπου την χρειάζεται ο λαός και όχι κρυμμένη σε ανέξοδους λεονταρισμούς.  Η συμμετοχή της στο μεταρρυθμιστικό κίνημα, είναι η εφικτή αποστολή της και μας την οφείλει. Αρκετά με την αμηχανία και τις ενοχές, έχει κριθεί το καθήκον και το μάταιο.
Περιμένουμε να την δούμε να απλώνεται και σαν οργάνωση, με εσωτερική δημοκρατία κατ’ αρχήν, και με θετικό δημιουργικό λόγο. Με προτάσεις, με συμμετοχή και πρωτοβουλίες στους χώρους εργασίας, στον πολιτισμό, στην προστασία του περιβάλλοντος, στην αυτοδιοίκηση και όπου την χρειάζεται ο πολίτης.
Μπαφιάσαμε να βλέπουμε τη μία πλευρά μόνο, εκείνη με τις σφιγμένες γροθιές, ακόμη και στις πορείες για την ειρήνη. Δεν μπορεί να λείπει ασφαλώς από τις δίκαιες λαϊκές μάχες, αλλά μαζί με τις γροθιές, χρειαζόμαστε και αληθινές προτάσεις και ρόλους που να εμπνέουν και πράξεις που να ετοιμάζουν μια νέα ποιότητα και μια νέα μοίρα. Από την αριστερά του «όχι σε όλα», μείνανε μόνο τα κόκαλα. Το «ναι» μας λείπει και αδικεί τον εαυτό της και τους εργαζόμενους όταν το παραχωρεί στην συντήρηση.