Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011

Γιατί έχουν δίκιο οι "αγανακτισμένοι" / του Πιερ Λαρουτιρού


Γιατί έχουν δίκιο οι "αγανακτισμένοι" / του Πιερ Λαρουτιρού    Οκτώβριος 25 2011

©Le Monde

Επισκεφθείτε το group της ppol.gr στο Facebook για να σχολιάσετε, να συζητήσετε και να «μοιραστείτε» αυτό το άρθρο

Μέσος ρυθμός ανάπτυξης των κρατών-μελών του G7 ανά τρίμηνο, από το 2010

Μέσα σε λίγες εβδομάδες, το κλίμα άλλαξε άρδην. Όταν στις αρχές του 2010 εξηγούσαμε πως η κρίση όχι μόνο δεν είχε λήξει, αλλά αντιθέτως, μας περίμενε ένα ακόμα σφοδρότερο πλήγμα, βρεθήκαμε ενάντια στο κυρίαρχο ρεύμα που ήταν πως τα πάντα βρίσκονται υπό έλεγχο! Εδώ και πέντε μόλις μήνες, κατηγορούμασταν για «υπερβολική απαισιοδοξία»: η σύνοδος του G8 στη Ντοβίλ αφιέρωσε το πολύ... ένα λεπτό στη χρηματοοικονομική κρίση!

Σήμερα όμως κανείς δεν αμφισβητεί την κρισιμότητα της κατάστασης: σύμφωνα με τον πρόεδρο της «αρχής χρηματοοικονομικών αγορών» (AMF) απειλούμεθα με την «κατάρρευση του συνόλου του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος». Όσο για το Νικολά Σαρκοζί (NicolasSarkozy) απευθυνόμενος σε μια ομάδα βουλευτών αναφέρθηκε «όχι πια σε μια απλή ύφεση, σαν εκείνη του 2008-2009, αλλά σε ένα πραγματικό τσουνάμι»

Μόνο τυφλοί δε θα έβλεπαν τους κινδύνους που μας απειλούν:
  • Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το συνολικό χρέος τους εγγίζει το 250% του ΑΕΠ. Στο πρώτο τρίμηνο του 2011, ενώ το δημόσιο χρέος τους αυξήθηκε κατά 380 δις δολάρια (274.8 δις ευρώ) το ΑΕΠ τους αυξήθηκε μόλις κατά 50 δις. Το χρέος αυξάνει ολοένα, η ανάπτυξη βαίνει μειούμενη! Η πρώτη οικονομία του κόσμου μοιάζει με αυτοκίνητο που χρειάζεται να αλλάζει λάδια κάθε... 300 μέτρα. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να «τινάξει μπιέλες» και να σκάσει σαν καρπούζι!
  • Στην Κίνα, η «φούσκα» των ακινήτων έχει ήδη φτάσει στο διπλάσιο μέγεθος εκείνης που είχε φτάσει η αντίστοιχη αμερικανική λίγο πριν την κρίση των ενυπόθηκων δανείων. Το 2009, προσπαθώντας να ξεφύγει από την ύφεση, η κινεζική κυβέρνηση έδωσε εντολή στις τράπεζες να αποδέχονται όλα τα αιτήματα δανεισμού που δέχονταν. Μέσα σε ένα χρόνο, η οικονομία δέχτηκε ρευστότητα της τάξης του 44% του ΑΕΠ (30% ιδιωτικό και 14% δημόσιο χρέος). Η οικοδομή οργίασε... Ο τόπος έχει γεμίσει άδεια κτίρια. Τον Απρίλιο η τιμή των ακινήτων μειώθηκε κατά 5%: πρόκειται για την πρώτη σχετική πτώση εδώ και είκοσι χρόνια. Είδαμε στην Ισπανία τι μπορεί να σημαίνει το σκάσιμο μιας παρόμοιας φούσκας: μέσα σε τρία χρόνια, η ανεργία εκεί τριπλασιάστηκε. Τι θα συμβεί στην Κίνα που έχει ήδη ανεργία 20% και όπου οι λαϊκές εξεγέρσεις γίνονται όλο και πιο βίαιες;
Η προσεχής κρίση κινδυνεύει να είναι πολύ σοβαρότερη εκείνης του 2008, καθώς εντωμεταξύ τα κράτη έχουν απολέσει τη δυνατότητα να ενισχύσουν το χρηματοπιστωτικό τομέα, σε περίπτωση νέου βίαιου κλυδωνισμού της οικονομίας. Όταν κατέρρευσε η «Λέμαν μπράδερς», ο πανικός διήρκεσε μερικές μόνο ημέρες διότι αμέσως ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους (George Bush) και ο υπουργός οικονομίας Χένρι Πόλσον (Henry Paulson) δήλωσαν πως διαθέτουν 700 δις προς ενίσχυση των τραπεζών. Αν επανήρθε η ηρεμία τόσο γρήγορα, αυτό συνέβη διότι ουδείς αμφέβαλε πως οι τράπεζες είχαν τη δυνατότητα να αποπληρώσουν αυτά τα 700 δις. Μολοταύτα, αυτό το «σοκ» προκάλεσε παγκόσμια ύφεση κι έστειλε δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους στην ανεργία, σε ολόκληρο τον πλανήτη... Τρία χρόνια αργότερα κανείς δεν ξέρει πού θα μπορούσε να βρει 700 δις ο πρόεδρος Ομπάμα (Obama) αν κάτι τέτοιο αποδεικνυόταν εκ νέου αναγκαίο. Το βασικό είναι, πάση θυσία να μην ξαναφτάσουμε σε παρόμοια κατάσταση.

Οι πολιτικοί μας σήμερα έχουν παραλύσει διότι προσπαθούν να «καθησυχάσουν τις χρηματαγορές», που όμως προβάλλουν αντιφατικές απαιτήσεις: απέναντι στη μειούμενη ανάπτυξη (μόλις 0.1% στα κράτη-μέλη του G7 το δεύτερο τρίμηνο του 2011, πριν δηλαδή τις κρίσεις του καλοκαιριού!), πρέπει άραγε κανείς να αναλάβει νέα μέτρα τόνωσης της οικονομίας, με κίνδυνο να τον συνθλίψουν τα ελλείμματα, ή να επιβάλει λιτότητα, βουλιάζοντας στην ύφεση;

Στο δεδομένο περιβάλλον της μαζικής ανεργίας, ποιος εργαζόμενος τολμάει να διεκδικήσει μισθολογική αύξηση; Ποιος παραιτείται από την εργασία του, ευελπιστώντας πως σύντομα θα βρει μια καλύτερη θέση; Ο φόβος της ανεργίας απασχολεί τους πάντες, και η μισθολογική επιβάρυνση σπάει το ένα ιστορικό χαμηλό μετά το άλλο.

Το ζήτημα του δημοσίου χρέους είναι πολύ σημαντικό (η Γαλλία και η Γερμανία χρωστούν μεταξύ 80% και 90% του ΑΕΠ τους). Αντί όμως να «παγώνουν» οι συντάξεις και να περικόπτονται οι δαπάνες για την υγεία ή την εκπαίδευση, δεν είναι προτιμότερο να αξιοποιηθούν όλα ταφορολογικά μέσα που διαθέτουμε για να «κόψουμε» μια «φέτα» από το «έλλειμμα των αγορών», από αυτό το 150% του ΑΕΠ που θα είχε αποδώσει στο κοινωνικό σύνολο το 0.2% των πλουσιότερων φορολογουμένων αν η διανομή του πλούτου μεταξύ μετόχων και μισθωτών είχε μείνει αναλλοίωτη στα επίπεδα του 1970;

Οι «αγανακτισμένοι» έχουν δίκιο: «αυτό δεν είναι κρίση, είναι απάτη!» Το θέμα δεν είναι να μειώσουμε την ευθύνη (ή την ανευθυνότητα) κυβερνήσεων και πολιτών, αλλά να διαγνώσουμε κατά το δυνατό ακριβέστερα τη σημερινή κατάσταση. Διότι με λάθος διάγνωση, δεν έχουμε καμία ελπίδα να προχωρήσουμε στην κατάλληλη θεραπεία.

Μερίδιο της μισθολογικής επιβάρυνσης στην προστιθέμενη αξία των επιχειρήσεων στα κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ(1976-2011)

Στις 19 Οκτωβρίου στην Φρανκφούρτη, η καγκελάριος 'Ανγκελα Μέρκελ (Angela Merkel) ισχυριζόταν πως «πρέπει να αντιμετωπίσουμε την κρίση στη ρίζα της» αντί να ασχολούμαστε μόνο τα συμπτώματά της. Έχει 100% δίκιο! Και στη ρίζα της κρίσης βρίσκονται τριάντα χρόνια εργασιακής επισφάλειας και ανεργίας. Είναι λόγω της μαζικής ανεργίας που το μερίδιο της μισθολογικής επιβάρυνσης μειώθηκε σε τέτοιο βαθμό! Είναι λόγω της ανεργίας και της επισφαλούς απασχόλησης που οι οικονομίες μας χρειάζονται διαρκώς δανεισμό! Η ανεργία δεν είναι απλά μια από τις συνέπειες της κρίσης, αλλά κι ένα από τα βασικά της αίτια.

Για να ξεφύγουμε από την εξάρτησή μας από το δανεισμό, χρειάζεται ρύθμιση των αγορών και φορολόγηση των υψηλότερων εισοδημάτων αλλά χρειάζεται επίσης πάνω απ' όλα αντιμετώπιση της ανεργίας: μόνο αν αποκτήσει η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών κανονική δουλειά και πραγματική διαπραγματευτική δύναμη επί των μισθών της θα πετύχουμε να ξεπεράσουμε την κρίση.

Το 1944, πριν αναχωρήσει για το Μπρέτον Γουντς όπου θα αναδιοργανωνόταν το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, ο Φραγκλίνος Ρούσβελτ (Franklin Roosevelt) προετοίμαζε τη σύνοδο της Φιλαδέλφειας, στην οποία σκόπευε να δοθεί απόλυτη προτεραιότητα σε ορισμένους θεμελιώδεις κοινωνικούς κανόνες: «δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη ειρήνη χωρίς κοινωνική δικαιοσύνη»,ισχυριζόταν ο Ρούσβελτ και οι άλλοι παγκόσμιοι ηγέτες, και έθεταν κανόνες για τους μισθούς, το χρόνο εργασίας, τη διανομή μεταξύ μισθών και μερισμάτων... Κανόνες σαφείς και προορισμένους να τηρούνται σε όλα τα κράτη, όπως και στο παγκόσμιο εμπόριο. Πριν τους διαλύσουν οι νεοφιλελεύθεροι, αυτοί οι κανόνες παρήγαγαν τριάντα χρόνια ευημερίας χωρίς χρέος.

Ιδού τα καλά νέα! Αν μας οδήγησαν στην κρίση συγκεκριμένες πολιτικές αποφάσεις, υπάρχουνάλλες πολιτικές αποφάσεις που μπορούν να μας βγάλουν από αυτήν! Η κοινωνική δικαιοσύνη δεν είναι μια πολυτέλεια, που καλύτερα να την ξεχάσουμε λόγω της κρίσης... Ίσα-ίσαΗ αποκατάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης είναι σήμερα απόλυτη προτεραιότητα, είναι ο μόνος τρόπος να απεξαρτηθούμε από το δανεισμό. Θα περιμένουμε άραγε να είναι πολύ αργά πριν αποφασίσουμε να δράσουμε; Όταν εκλέχθηκε ο Φραγκλίνος Ρούσβελτ το 1933, αντικατέστησε τον Χέρμπερτ Χούβερ (Herbert Hoover) που είχε επιδείξει τέτοια διστακτικότητα και απραξία ώστε έμεινε στην ιστορία με το παρατσούκλι «ο κ. τίποτα». Στόχος του Ρούσβελτ δεν ήταν να «καθησυχάσει τις χρηματαγορές», αλλά να τις καθυποτάξει! Χρειάστηκε μόλις τρεις μήνες για να θέσει σε εφαρμογή... ένδεκα μεταρρυθμίσεις κεφαλαιώδους σημασίας.

Εξοργισμένοι οι μέτοχοι κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να ματαιώσουν το νομικό διαχωρισμό μεταξύ εμπορικών και επενδυτικών τραπεζών ή τη φορολογία των υψηλότερων εισοδημάτων, αλλά ο πρόεδρος Ρούσβελτ κρατάει γερά! Οι καταστροφές που προαναγγέλλουν οι κεφαλαιούχοι δεν επαληθεύονται. Και η αμερικανική οικονομία διατήρησε εκείνους τους κανόνες επί πενήντα χρόνια. «We must act!» επαναλάμβανε ο Ρούσβελτπρέπει να δράσουμε! Αλίμονο, από το 2008 οι δικοί μας ηγέτες κάνουν επίδειξη δραματικής απραξίας, με καταστροφικά αποτελέσματα. Αν η Ευρώπη είχε επιβάλει στα τέλη του 2008, στην κορύφωση της πρώτης χρηματοοικονομικής κρίσης, ένα «φόρο Τόμπιν» θα διέθετε σήμερα, ανάλογα με τα διαφορετικά σενάρια που συζητιούνται στις Βρυξέλλες, μεταξύ 200 κι 600 δις ευρώ παραπάνω. Με τόσα λεφτά, το ευρωκοινοβούλιο (ΕΚ) θα είχε αντιμετωπίσει την ελληνική κρίση μέσα σε λίγες εβδομάδες, χωρίς να ζητήσει την παραμικρή θυσία από τους πολίτες και χωρίς να χρειάζεται να περιμένει το «πράσινο φως» από τα δεκαέξι εθνικά κοινοβούλια. Και αυτό που αρχικά δεν ήταν παρά έναπρόβλημα μεσαίων διαστάσεων (με κόστος μεταξύ 50 δις το 2009 και 110 δις σήμερα) ουδέποτε θα είχε λάβει τις διαστάσεις που τελικά έλαβε μέσα σε λίγες εβδομάδες η ελληνική κρίση. «Επί της αρχής», ο «φόρος Τόμπιν» έχει ήδη γίνει αποδεκτός στο ΕΚ, από ένα μείγμα αριστερών και δεξιών δυνάμεων, αλλά εξακολουθεί να βρίσκεται «υπό συζήτηση» στους μαιάνδρους του «ευρωπαϊκού συμβουλίου», όπου τα οικονομικά λόμπι κάνουν ό,τι μπορούν για να καθυστερήσουν την οριστική του υιοθέτηση... Οι ηγέτες μας εξακολουθούν να συζητούν, ενώ οι κερδοσκόποι δουν με ολοένα μεγαλύτερη ταχύτητα και αποτελεσματικότητα. Τι περιμένουμε άραγε για να εφαρμόσουμε αυτή τη φορολογία και να καθησυχάσουμε έτσι το γερμανικό -και τους άλλους ευρωπαϊκούς- λαούς;

Είναι η τελευταία φορά που μπορούν να τους ζητηθούν «θυσίες»! Από εδώ κι εμπρός, είναι όλοι όσοι υπεξαιρούν επί τριάντα χρόνια κολοσσιαία ποσά που θα χρειαστεί να χρηματοδοτήσουν το ευρωπαϊκό ταμείο σταθερότητας. Χρειάζεται να πούμε μιαν αλήθεια: δοθέντων των εξωφρενικών ανισορροπιών που έχουν σωρευτεί στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη, η νέα κρίση είναι αναπόφευκτη. Το μόνο ερώτημα που απομένει (που είναι όμως κεφαλαιώδους σημασίας!) είναι αν αυτή η κρίση θα σηματοδοτήσει απλά μερικές μεγάλες αναταράξεις, που θα μας δώσουν όμως την ευκαιρία να ενισχύσουμε την εθνική μας συνοχή, να οικοδομήσουμε επιτέλους μιαν πολιτική Ευρώπη και να εξανθρωπίσουμε την παγκοσμιοποίηση, ή αν θα πάρει τη μορφή του «τσουνάμι» στο οποίο αναφέρεται ο Νικολά Σαρκοζί, ενός τσουνάμι που θα διαλύσει κομμάτια ολόκληρα των κοινωνιών μας.

Με δεδομένη την αλληλεξάρτηση των κοινωνιών μας και την κινητικότητα των κεφαλαίων, είναι προφανές πως οι αποφάσεις που θα ληφθούν (ή που δε θα ληφθούν) στη σύνοδο των G20 στις Κάννες στις αρχές Νοεμβρίου είναι κρίσιμες. Υπάρχουν πολλά διαθέσιμα μέσα πολιτικής παρέμβασης και στο εθνικό και στο ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά μια συμπεφωνημένη διεθνής παρέμβαση θα ήταν πολύ αποτελεσματικότερη.

Θα κηρύξουν επιτέλους οι G20 τον πόλεμο στην αισχροκέρδεια και την κοινωνική αδικία; Θα ξαναβρούν οι G20 το πνεύμα της Φιλαδέλφειας και θα πυροδοτήσουν ξανά τη διεθνή συνεργασία και δικαιοσύνη ή θα μείνει η σύνοδός τους στην ιστορία ως άλλη μια επίδειξη ψεύδους και δειλίας, κάτι ανάλογο με τη συμφωνία του Μονάχου του φθινοπώρου του 1938; Θα επιδιώξουν οι G20για άλλη μια φορά να «καθησυχάσουν τις αγορές» ή θα αποφασίσουν επιτέλους να τις βάλουν στη θέση τους;

Στη Γαλλία ολόκληρη η αριστερά έχει στυλώσει το βλέμμα στις εκλογές του 2012. Πρόκειται για μια σημαντική εκλογή, αλλά αν εντωμεταξύ έχει καταρρεύσει το οικονομικό σύστημα, αν έχει κυριαρχήσει η νεοφιλελεύθερη προσέγγιση στο δημόσιο διάλογο, αν οι λαϊκισμοί που τροφοδοτούνται από την απελπισία έχουν ακυρώσει κάθε δυνατότητα να ακουστεί ορθολογικός λόγος, το έργο της αριστεράς να οδηγήσει σε διέξοδο από την κρίση θα καταστεί απείρως δυσχερέστερο.

Οι παγκόσμια οικονομία δεν κινείται με ορίζοντα το Μάιο του 2012. Με δεδομένη την ταχύτητα με την οποία επιδεινώνεται η κατάσταση, οι γαλλικές προεδρικές εκλογές βρίσκονται μακριά ακόμα. Καθήκον της αριστεράς είναι άρα να πει ολόκληρη την αλήθεια και να ρίξει όλο της το βάρος σε κάθε αντιπαράθεση, σε κάθε απόφαση. Αυτό είναι το νόημα της δημόσιας έκκλησης που απευθύναμε πρόσφατα. Αρχής γενομένης της συνόδου των G20 στις Κάννες, τους επόμενους μήνες οι πολίτες μπορούν να δείξουν πως δεν πρόκειται να χαλαρώσουν την πίεση στους ηγέτες τους. Δεν είναι πια η ώρα των λόγων, αλλά των πράξεων. Για να δοθούν στους G20 τα μέσα να ανοικοδομηθεί η κοινωνική δικαιοσύνη, για να αποφευχθεί η κατάρρευση των κοινωνιών μας, ας είμαστε πολυάριθμοι όσοι θα υπογράψουμε και θα διαδώσουμε αυτή τη δημόσια έκκληση.

Ο Pierre Larrouturou είναι μέλος του πολιτικού συμβουλίου του γαλλικού κόμματος «Ευρώπη-Οικολογία-οι πράσινοι» (EELV)

Δεν υπάρχουν σχόλια: