Τα δύο τελευταία
χρόνια έχουν ψηφιστεί νόμοι οι οποίοι έχουν αλλάξει το τοπίο σε όλες τις
εκπαιδευτικές βαθμίδες. Οι αλλαγές αυτές δεν έχουν σαφή προσανατολισμό και
πολλές από αυτές συνιστούν στην πραγματικότητα αντιμεταρρυθμίσεις καθώς κρατούν
το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας εγκλωβισμένο σε παρωχημένες πρακτικές και
αντιλήψεις ή προσαρμόζουν τις μεταρρυθμίσεις προκειμένου να εξυπηρετήσουν
πελατειακές σχέσεις.
Η ελληνική εκπαίδευση
χρειάζεται ένα συνεκτικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων ώστε το εκπαιδευτικό σύστημα
να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια ανασυγκρότησης της χώρας.
Βασικός σκοπός της
εκπαίδευσης πρέπει να είναι η διαμόρφωση εγγράμματων πολιτών με δημοκρατική
συνείδηση, ικανών να συμμετέχουν στα σύνθετα και δυναμικά εξελισσόμενα πεδία
της οικονομικής και κοινωνικής ζωής καθώς και στον κόσμο των επαγγελμάτων και
των τεχνών.
Αυτό επιτυγχάνεται με
μια εκπαίδευση σύγχρονη, ανοικτή
στους κοινωνικούς και
επιστημονικούς προβληματισμούς, στραμμένη προς το μέλλον, που να παρέχει ίσες ευκαιρίες σε όλους τους σπουδαστές και τις σπουδάστριες
χωρίς διακρίσεις τάξης, έθνους, φύλου και φυλής. Επιτυγχάνεται με
εκπαιδευτικούς που δεν αντιμετωπίζουν τη διαρκή υποβάθμιση των εργασιακών
σχέσεων.
Προϋπόθεση για την
επίτευξη μιας τέτοιας εκπαίδευσης είναι η προώθηση αλλαγών, γι’ αυτό είμαστε
αντίθετοι με τον τρόπο με τον οποίο οι συνδικαλιστικές ηγεσίες των
εκπαιδευτικών αντιμετωπίζουν τις αλλαγές που είναι αναγκαίες και
αντιπαρατίθενται στην αξιολόγηση και την εξέλιξη του εκπαιδευτικού συστήματος.
Ειδικότερα:
Α) Πρωτοβάθμια και
Δευτεροβάθμια εκπαίδευση
Βασικοί άξονες
της πρότασής μας είναι:
- Αναβάθμιση της
λειτουργίας των σχολικών μονάδων με την ανάθεση περισσότερων ευθυνών σε
αυτές και ταυτόχρονη εισαγωγή έγκυρου συστήματος αξιολόγησης σχολικών
μονάδων και εκπαιδευτικού έργου βάσει στόχων. Εκπόνηση ενός Κανονισμού Λειτουργίας
του Σχολείου όπου θα αναβαθμίζεται ο σύλλογος των διδασκόντων και θα
ενισχύεται η αυτονομία της σχολικής μονάδας.
- Νέα διάρθρωση των
προγραμμάτων σπουδών με υποχρεωτικά τα μαθήματα που οδηγούν στους βασικούς
γραμματισμούς και δυνατότητα εξατομικευμένων επιλογών.
- Εκσυγχρονισμός
των αναλυτικών προγραμμάτων και των μεθόδων διδασκαλίας ώστε να
επιτυγχάνεται η μετάβαση από την παιδαγωγική της μετάδοσης της γνώσης στην
παιδαγωγική της οικοδόμησής της. Γενναίες αλλαγές που χρειάζονται στο
περιεχόμενο και στις μεθόδους διδασκαλίας στην κατεύθυνση της ενίσχυσης
των μαθητοκεντρικών, εποικοδομητικών και ενεργητικών δομών και μορφών
μάθησης.
- Αναβάθμιση του
ρόλου των εκπαιδευτικών. Αναδιοργάνωση των ειδικοτήτων των εκπαιδευτικών
έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στη σύγχρονη οργάνωση των σπουδών. Εδραίωση
ενός δικτύου επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών.
- Ενίσχυση των
μηχανισμών ένταξης των ευάλωτων κοινωνικά και μαθησιακά πληθυσμών στην
εκπαιδευτική διαδικασία, εισαγωγή της αρχής της πολυπολιτισμικότητας στη
συνολική σχολική κουλτούρα και υπέρβαση του εθνοκεντρισμού που επικρατεί
σήμερα στην ελληνική εκπαίδευση.
- Προώθηση αλλαγών
που θα κατοχυρώνουν την ουσιαστική ισότητα, τον πλήρη σεβασμό σε όλες τις
ετερότητες και την αρμονική ένταξη στο εκπαιδευτικό σύστημα όλων
ανεξαιρέτως των μαθητών/τριών.
- Αναθεώρηση του
τρόπου διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών, στη βάση της Σύστασης
1720 του Συμβουλίου της Ευρώπης. Θρησκειολογική και όχι ομολογιακή
διδασκαλία, ένταξη στο σχολικό πρόγραμμα
και της δυναμικής μελέτης των θρησκειών ως φαινόμενο του
πολιτισμού, που σέβεται τις προσωπικές επιλογές και τη διαφορετικότητα
αλλά ταυτόχρονα δίνει την ευκαιρία γνώσης των θρησκευτικών ιδεών και της επίδρασή τους
στην κοινωνική πραγματικότητα.
- Άνοιγμα των
σχολείων στο ευρωπαϊκό περιβάλλον, ενίσχυση των προγραμμάτων τοπικής
ιστορίας, περιβαλλοντικής εκπαίδευσης καθώς και των ευρωπαϊκών
προγραμμάτων ανταλλαγών και επαφών με ευρωπαϊκά σχολεία.
- Ενίσχυση των
δομών που προσφέρουν σε μη προνομιούχα στρώματα μια δεύτερη ευκαιρία
πρόσβασης στην εκπαίδευση (Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας).
Α1) Στην υποχρεωτική
εκπαίδευση, προσχολική, πρωτοβάθμια και γυμνασιακή
- Στήριξη και όχι
περιθωριοποίηση όπως επιχειρείται των μεταρρυθμίσεων και των καινοτόμων
δράσεων που έγιναν την τελευταία εικοσαετία στις μεθόδους και στα
αντικείμενα διδασκαλίας καθώς και στο συνολικό σχολικό περιβάλλον.
- Επέκταση του
ολοήμερου σχολείου στο σύνολο της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.
- Αντιμετώπιση της
σχολικής διαρροής που έχει οξυνθεί λόγω κρίσης τα τελευταία χρόνια.
Α2) Στο Λύκειο
Στο Λύκειο, το αίτημα
της μεταρρύθμισης παραμένει οξύ ιδιαίτερα μετά τον πρόσφατα ψηφισμένο νόμο που φέρει έντονο ιδεολογικό συντηρητικό
και αναχρονιστικό στίγμα ως προς το περιεχόμενο των σπουδών και είναι ασαφής ως
προς το σκέλος της οργάνωσης. Ο νέος νόμος δεν διασφαλίζει τον αυτόνομο χαρακτήρα του
Λυκείου και αντίθετα ενισχύει την εξάρτησή του από το σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ
και συνεχίζει να θεωρεί το λύκειο ως προθάλαμο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Η ΔΗΜΑΡ έχει καταθέσει
σειρά προτάσεων για την ουσιαστική αναβάθμιση του Λυκείου και τη θέσπιση
Εθνικού Απολυτηρίου στο τέλος της Γ΄ Λυκείου που θα είναι και ταυτόχρονα το
διαβατήριο των μαθητών/τριών στη μεταλυκειακή, πανεπιστημιακή ή τεχνολογική
εκπαίδευση καθώς και στην αγορά εργασίας. Για την εισαγωγή στα Τμήματα όπου η
ζήτηση είναι μεγαλύτερη από την προσφορά εκτός του εθνικού απολυτηρίου
προτείνουμε τη θέσπιση επιπλέον κριτηρίων σε συνεργασία με τα αρμόδια
πανεπιστημιακά και τεχνολογικά τμήματα, πχ συντελεστές βαρύτητας σχετικών
μαθημάτων, ή και επιπλέον διαδικασίες επιλογής που θεσπίζονται από τα
αντίστοιχα πανεπιστημιακά ή/και τεχνολογικά τμήματα.
Ο πρόσφατος νόμος δεν
αντιμετωπίζει τα κρίσιμα διαχρονικά προβλήματα της δευτεροβάθμιας τεχνικής και επαγγελματικής
εκπαίδευσης και περιορίζει το ρόλο της καταργώντας ειδικότητες, την ώρα που
είναι απαραίτητες μεγάλες μεταρρυθμίσεις ώστε να αναβαθμιστεί για να
υποστηρίξει την προσπάθεια αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου.
Η ΔΗΜΑΡ προτείνει ένα
ενιαίο τύπο Τεχνολογικού Λυκείου αφενός ως φορέα παροχής βασικών γνώσεων και
διαμόρφωσης του πολίτη και αφετέρου ως χώρου επαγγελματικής εκπαίδευσης που
οδηγεί υπό προϋποθέσεις στην απόκτηση επαγγελματικών δεξιοτήτων. Επιπλέον
υποστηρίζει ότι η σχέση με τον ιδιωτικό
τομέα πρέπει να επανατοποθετηθεί καθώς κανένα επαγγελματικό πεδίο δεν μπορεί να
εκχωρηθεί αποκλειστικά σε αυτόν.
Β) Τριτοβάθμια
Εκπαίδευση.
Η τριτοβάθμια
εκπαίδευση δέχεται μια συνολική επίθεση συρρίκνωσης και υποβάθμισης την οποία
το ίδιο το πανεπιστήμιο δεν αντιμετωπίζει αποτελεσματικά καθώς αρνείται την
μεταρρύθμισή του. Το δημόσιο πανεπιστήμιο παραμένει συχνά και παρά τα θετικά
βήματα που έχουν σημειωθεί με την εκλογή των συμβουλίων διοίκησης, σε ομηρεία
δυναμικών μειοψηφιών που ακυρώνουν κάθε ακαδημαϊκή λειτουργία κρατώντας συχνά
τα πανεπιστήμια κλειστά. Από την πλευρά του το Υπουργείο:
- Ακυρώνει την
ανάγκη αναδιάρθρωσης των ΑΕΙ με το σχέδιο ΑΘΗΝΑ που είναι πελατειακό και
επιστημολογικά ανορθολογικό.
- Περικόπτει τη
χρηματοδότηση των ΑΕΙ κατά 50%, μειώνει τις αποδοχές των πανεπιστημιακών
δασκάλων κατά 25%, δεν αναπληρώνει τα κενά που δημιουργεί η
συνταξιοδότηση, αναστέλλει το
διορισμό των ήδη εκλεγμένων. Η διαθεσιμότητα των διοικητικών υπαλλήλων που
γίνεται χωρίς προηγούμενη αξιολόγηση των δομών και χωρίς στρατηγικό σχέδιο
για την ανάπτυξη των ΑΕΙ θα προκαλέσει περαιτέρω δυσλειτουργίες των
ιδρυμάτων. Τέλος, η έλλειψη χρηματοδότησης της έρευνας λόγω της μη
προκήρυξης ερευνητικών προγραμμάτων από τη ΓΓΕΤ καταδικάζει τους καθηγητές
σε μικρότερο ερευνητικό έργο.
Ο Τεχνολογικός Τομέας
της ανώτατης εκπαίδευσης αντί να αναπτυχθεί συρρικνώθηκε κατά 35% και έχει
υποστεί στρεβλώσεις από πρόχειρες και βεβιασμένες καταργήσεις, συγχωνεύσεις και
μεταφορές τμημάτων, σχολών και ιδρυμάτων. Βασική προτεραιότητα αποτελεί η
ανατροπή αυτής της εικόνας. Πρέπει να ολοκληρωθεί η θεσμική φυσιογνωμία των
ιδρυμάτων και να αντιμετωπιστούν δυσλειτουργίες με την αξιοποίηση της
διαδικασίας κατάρτισης Οργανισμών και με νομοθετικές παρεμβάσεις όπου
απαιτείται. Πρέπει να ενισχυθεί η εφαρμοσμένη έρευνα και να συνδεθεί με την
εκπαίδευση και την παραγωγή.
Η ΔΗΜΑΡ προτείνει:
- Ριζική
αναδιάρθρωση του χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και έρευνας με
κοινοπραξίες ιδρυμάτων ανά περιφέρεια και αναμόρφωση των σχολών.
- Δημιουργία ενός
ορθολογικού πλαισίου κοινοπρακτικών σχημάτων με τα Πανεπιστήμια, τα ΤΕΙ
και τα Ερευνητικά κέντρα για να ενισχυθούν οι διεθνείς συνεργασίες, η
εφαρμοσμένη έρευνα και η καινοτομία και να συνδεθούν με τους παραγωγικούς
φορείς.
- Ενίσχυση του
ανθρώπινου δυναμικού των AEI ιδίως στους κλάδους που έχουν αποψιλωθεί λόγω
των συνταξιοδοτήσεων και της μη αναπλήρωσης του επιστημονικού
δυναμικού
- Ανάληψη μέτρων
μέσω της χρηματοδότησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και έρευνας με στόχο
την αποφυγή της μεγάλης διαρροής επιστημονικού προσωπικού στο εξωτερικό.