Επιστροφή... σε ποια ύπαιθρο;
Γράφει η Κ.Μέλφου
Η
συνεχιζόμενη οικονομική ύφεση η οποία πλήττει ιδιαίτερα όσους
δραστηριοποιούνται σε ορεινούς και ακριτικούς νομούς όπως ο νομός
Φλώρινας και όλοι οι νομοί της Δυτικής Μακεδονίας, αλλά και το
διαφαινόμενο ενδιαφέρον πολλών νέων για επιστροφή στις αγροτικές
περιοχές και δραστηριοποίηση στον πρωτογενή τομέα, καθιστούν το ζήτημα
της αγροτικής ανάπτυξης πιο επιτακτικό από
ποτέ. Εάν αξιοποιηθούν κατάλληλα οι ευκαιρίες που θα υπάρξουν μετά την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων στα πλαίσια της ΕΕ για τη νέα και πιο ‘πράσινη’ ΚΑΠ, η αγροτική ανάπτυξη μπορεί να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη ιδιαίτερα στις περιφέρειες με γεωργοκτηνοτροφικό προσανατολισμό.
ποτέ. Εάν αξιοποιηθούν κατάλληλα οι ευκαιρίες που θα υπάρξουν μετά την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων στα πλαίσια της ΕΕ για τη νέα και πιο ‘πράσινη’ ΚΑΠ, η αγροτική ανάπτυξη μπορεί να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη ιδιαίτερα στις περιφέρειες με γεωργοκτηνοτροφικό προσανατολισμό.
Μια
βασική προϋπόθεση όμως είναι ότι εκείνοι που θα αναλάβουν την συνέχιση
της διαπραγμάτευσης θα διεκδικήσουν και θα επιτύχουν ορισμένες αναγκαίες
προσαρμογές οι οποίες θα είναι επωφελείς για τη χώρα μας. Οι στόχοι της
διαπραγμάτευσης πρέπει να είναι η αύξηση του προϋπολογισμού της ΚΑΠ
και η κατανομή των πόρων της βάσει κοινωνικά δίκαιων κριτηρίων. Πρέπει
να επιδιωχθεί η αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των ενισχύσεων, έτσι ώστε ο
υπολογισμός να γίνεται ανά δικαιούχο και όχι ανά μονάδα εδάφους.
Παράλληλα είναι αναγκαία και η απλοποίηση των μέτρων περιβαλλοντικής
προστασίας, ώστε η διαχείρισή τους να μην οδηγήσει σε ενίσχυση της
γραφειοκρατίας και αύξηση του διοικητικού κόστους. Η χρηματοδότηση από
την ΕΕ για την επόμενη επταετία πρέπει να στραφεί στη στήριξη των
αγροτών που υιοθετούν αειφορικά συστήματα παραγωγής όπως η Ολοκληρωμένη
Διαχείριση και η βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία και παράγουν προϊόντα
ποιότητας.
Η
αειφορική ανάπτυξη ωστόσο, πρέπει να συνδυαστεί με την αύξηση της
ανταγωνιστικότητας του αγροτικού τομέα και τη βελτίωση του ελλειμματικού
εμπορικού ισοζυγίου για τα αγροτικά προϊόντα. Αρχικά χρειάζεται η
αναδιάρθρωση και ο εκσυγχρονισμός των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και των
επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε όλη την αγροδιατροφική αλυσίδα
προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητά τους και να γίνουν
βιώσιμες σε ένα περιβάλλον αυξανόμενου ανταγωνισμού. Για να επιτευχθεί
αυτό πρέπει να δημιουργηθούν ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη και
διάχυση καινοτόμων τεχνολογιών σε ολόκληρη την εφοδιαστική αλυσίδα.
Πρωταρχική
επιδίωξη είναι η παραγωγή και διάθεση πιστοποιημένων αγροτικών
προϊόντων ποιότητας, υψηλής προστιθέμενης αξίας, τα οποία θα παράγονται
με αειφορική διαχείριση των φυσικών πόρων και προστασία του
περιβάλλοντος και θα διατίθενται σε λογικές τιμές. Η απόκλιση των τιμών
παραγωγού και καταναλωτή, η οποία αναδείχτηκε με τις πρόσφατες
πρωτοβουλίες καταναλωτών και παραγωγών, οφείλεται σε μεγάλες στρεβλώσεις
του δικτύου εμπορίας των αγροτικών προϊόντων. Η ανάπτυξη νέων
συλλογικών μορφών δράσης από την πλευρά των παραγωγών αλλά και των
καταναλωτών θα βοηθήσουν στην εξυγίανση του συστήματος και θα
δημιουργήσουν οικονομίες κλίμακας με θετικά αποτελέσματα για όλους.
Τέλος πρέπει να στηριχθεί ο πολυλειτουργικός χαρακτήρας του αγροτικού
χώρου μέσω της ενίσχυσης όλων των συνιστωσών του, οικονομικών,
περιβαλλοντικών και κοινωνικών, ώστε να επιτευχθεί η ολοκληρωμένη
ανάπτυξη της υπαίθρου. Η αντιστροφή του κύματος της αστυφιλίας των
προηγούμενων δεκαετιών δεν σημαίνει την επιστροφή στην ύπαιθρο του
παρελθόντος.
Κατερίνα Μέλφου
Αν. Καθηγήτρια
Τμήμα Εμπορίας και Ποιοτικού Ελέγχου Αγροτικών Προϊόντων
Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας, Παράρτημα Φλώρινας, ΤΕΙ Δ.Μακεδονίας
Γραμματέας της Νομαρχιακής Επιτροπής της ΔΗΜ.ΑΡ. Φλώρινας