Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2012

Ομιλία του βουλευτή Επικρατείας της ΔΗΜΑΡ Σπύρου Λυκούδη, στην ολομέλεια της Βουλής, κατά τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό


Ομιλία του βουλευτή Επικρατείας της ΔΗΜΑΡ Σπύρου Λυκούδη, στην ολομέλεια της Βουλής, κατά τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό

Η Δημοκρατική Αριστερά θα υπερψηφίσει τον Προϋπολογισμό του 2013. Αποφασίσαμε κυρίως με πολιτικά κριτήρια. Τα επιβάλλει η πρωταρχική επιλογή μας να στηρίξουμε την κυβέρνηση και να συμμετάσχουμε στη μεγάλη εθνική προσπάθεια για τη διέξοδο από την κρίση και την παραμονή της χώρας μας στην Ευρωζώνη.
Θα προσπαθήσω να καταθέσω μερικές σκέψεις για το κατά πόσον είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε αυτά που έρχονται, που είναι τα πραγματικά δύσκολα. Επιτρέψτε μου, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να υπενθυμίσω ότι παραμένει μετέωρο, δεκαετίες τώρα, το θεμελιώδες ερώτημα «προς τα πού πορευόμαστε».

Ως χώρα, ως πολιτικό σύστημα, ως Κοινοβούλιο, ως κράτος και ως κοινωνία. Αυτό το ερώτημα, περισσότερο πιεστικό από ποτέ, ταυτίζεται σήμερα με την προσπάθεια επιβίωσής μας. Ψηφίσαμε χθες το Πολυνομοσχέδιο. Αύριο θα κληθούμε να ψηφίσουμε τον Προϋπολογισμό. Η κυβέρνηση πήρε μια ώθηση, θα εξασφαλίσει, πιθανολογώ, και την εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου αύριο. Θα συνεχίσει. Προς τα πού όμως; Σε ποια κατεύθυνση; Με ποιο προορισμό; Η επόμενη μέρα της ψήφισης μέτρων και Προϋπολογισμού θα καθορίσει το πλαίσιο διαμόρφωσης του νέου οικονομικού προτύπου της χώρας και το παραγωγικό μοντέλο, πάνω στο οποίο θα στηρίζεται.
Και συνήθως ο Προϋπολογισμός και η κριτική του επιστεγάζουν έναν πολιτικό διάλογο για τις κατευθύνσεις της Οικονομίας και τις προτεραιότητες της παραγωγής και της κοινωνίας. Υπάρχει όμως σ΄αυτήν την αίθουσα στοιχειώδης επικοινωνία, συνθήκες και διάθεση εποικοδομητικού διαλόγου; Μπορούμε, μετά από πέντε χρόνια ύφεσης, μεγάλης μείωσης του εθνικού προϊόντος , με την ανεργία και τη φτώχεια να καλπάζουν, μπορούμε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να διαμορφώσουμε μερικά minima συναντίληψης, να συζητήσουμε τις δυνατότητες και την προοπτική της χώρας μας, επιτέλους; Αυτό συνιστά την ευθύνη μας, την ευθύνη όλων μας. Όμως σήμερα περισσεύουν οι τακτικισμοί. Ποιός είναι περισσότερο έτοιμος να κυβερνήσει, ποιος εντοπίζει πιο συχνά πραξικοπήματα και χούντες, ποιος ανακαλύπτει καθημερινά συνταγματικές εκτροπές, ποιος θα κολλήσει εκβιαστικά μια «δύσκολη» διάταξη στο Μνημόνιο, ώστε να ψηφιστεί αβρόχοις ποσί και ποιος θα προστατέψει περισσότερα προκλητικά κεκτημένα!

Αυτή είναι η κυρίαρχη εικόνα του Κοινοβουλίου, με πρωταγωνιστές μάλιστα εκείνους, οι οποίοι κόπτονται για την εθνική και κοινωνική αξιοπρέπεια. Με την υπογραφή του Α΄ Μνημονίου η χώρα μας τέθηκε σε διεθνή οικονομικό έλεγχο. Σε απλά ελληνικά, αυτό σημαίνει ότι οι δανειστές μάς επιβάλλουν μέτρα, έχουν το δικαίωμα να παρακολουθούν την εκτέλεσή τους, και τη δυνατότητα να αναστέλλουν την καταβολή των δόσεων - την έχουν ασκήσει κιόλας- εφόσον εκτιμούν ότι δεν προχωράμε. Σημειώσαμε μεγάλα βήματα στη μείωση του ελλείμματος, άλλες όμως θετικές επιδόσεις δεν έχουμε να επιδείξουμε.
Ούτε εμείς στο θέμα των μεταρρυθμίσεων και του εκσυγχρονισμού, ούτε βεβαίως η τρόικα στο θέμα του χρέους. Κάθε χρόνο συζητούμε με ολοένα δυσμενέστερους όρους για τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα κι όμως, σ΄αυτήν την αίθουσα δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε, διότι κάποιοι επιμένουν στο λαϊκισμό και στην ανέξοδη ρητορεία. Έχουμε φτάσει να θεωρούμε ξεπούλημα ακόμη και την αξιοποίηση, με τη μέθοδο της παραχώρησης για ορισμένο χρόνο, δημόσιας περιουσίας, που βρίσκεται σε άγρια εγκατάλειψη!

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, διαβάζω συνεχώς ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των αγορών και την προσέλκυση επενδύσεων στη χώρα μας είναι, αφενός οι εταίροι μας να αποδείξουν καθαρά και τελεσίδικα, τη βιωσιμότητα του χρέους και επίσης, ότι αποκλείουν έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη και το Ευρώ, και αφετέρου εμείς, να μπορέσουμε να συνεργαστούμε για πολιτική σταθερότητα, σταθερό και δίκαιο φορολογικό σύστημα, εκμηδένιση της διαφθοράς, κράτος και δικαιοσύνη με θεσμούς λειτουργικούς και αποδοτική λειτουργία.
Αυτά αξιολογούν οι επενδυτές σε όλο τον κόσμο ως φιλικό περιβάλλον επενδύσεων. Εμείς όμως δρούμε ως να αρκούν, οι οριζόντιες δημοσιονομικές περικοπές και η απομείωση του κόστους εργασίας από τη μια μεριά, οι κραυγές και ο άκρατος λαϊκισμός από την άλλη… Και επειδή στον ορίζοντα άλλοι δανειστές δεν φαίνονται και οι προσδοκίες από τους Τραπεζίτες της Ανατολής, τους γενναιόδωρους ομογενείς και άλλα φαιδρά κατέπεσαν, πείτε μου, σας παρακαλώ, μιας και η μόνη έννοια στην οποία ομονοούμε εδώ μέσα είναι η Ανάπτυξη, για ποια ανάπτυξη μιλούμε, με ποιο εθνικό σχέδιο, προτεραιότητες και χρονοδιάγραμμα; Γιατί, ενώ αυτά ήσαν εξαρχής τα ζητούμενα, οι στόχοι παραμένουν θολοί και η πρόοδος μηδενική ως ελάχιστη. Υπάρχουν μάλιστα τομείς, όπως η παραοικονομία, η μαύρη εργασία, η φοροδιαφυγή και η διαφθορά, όπου το πάρτυ καλά κρατεί.

Σας ρωτώ λοιπόν, κύριε Υπουργέ των Οικονομικών, ο Προϋπολογισμός αυτός και το Πολυνομοσχέδιο που ψηφίστηκε χθες συνιστούν αναγκαίες και ικανές συνθήκες για την επόμενη μέρα; Εγώ λέω να αποδεχτούμε πως είναι αναγκαίες, είναι όμως και ικανές; Και παρακαλώ να συνυπολογίσουμε ότι στη χώρα μας οι προϋπολογισμοί έχουν μακρά παράδοση χάρτινης διάστασης. Όχι μόνο τελικά μένουν στα χαρτιά, αλλά κατά κανόνα περιγράφουν ευσεβείς πόθους, όχι την πραγματικότητα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το συμπέρασμά μου είναι ότι η συνήθης διευθέτηση, οι κομματικές παραστάσεις, οι κραυγές εναντίον των δανειστών, η επίκληση των γερμανικών αποζημιώσεων, η επινόηση πραξικοπημάτων και τα συνθήματα δεν απέφεραν παρά μεγαλύτερη ανυποληψία της πολιτικής και αδιέξοδα. Δημοσιονομικά, πολιτικά και κοινωνικά. Θεωρείτε σκόπιμο να συνεχίσουμε έτσι; Εμείς όχι! Στη ΔΗΜΑΡ δεν αντιλαμβανόμαστε την πολιτική σαν αυθόρμητη παρτίδα τένις. Πετά ο αντίπαλος το μπαλάκι των περικοπών και των εργασιακών κι εμείς κάνουμε άλλοτε κακή απόκρουση, άλλοτε καλή υποδοχή, χωρίς στόχο, χωρίς ρυθμό, χωρίς πρωτοβουλία, χωρίς στρατηγική για το αποτέλεσμα…

Εμείς επιμένουμε: ακόμα και σήμερα, εντός του ασφυκτικού πλαισίου των απαιτήσεων της τρόικα, δεν υπάρχει άλλη επιλογή παρά να θέσουμε τα θεμέλια ενός εθνικού σχεδιασμού. Πολλώ δε μάλλον, εφόσον διαπιστώνουμε, όλοι, ότι, ενώ οι δεσμεύσεις των δανειακών συμβάσεων παραμένουν εξαιρετικά επώδυνες, εξακολουθεί να αναζητείται – και μάλιστα χωρίς βεβαιότητες- η διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους, η αναστροφή του υφεσιακού σπιράλ, και η προοπτική ανάπτυξης της οικονομίας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κάθε δεκαετία, από το 74 και μετά, οι ασκούμενες πολιτικές μεγέθυναν τις καταστροφικές επιπτώσεις του πελατειακού συστήματος στο κράτος και την κοινωνία και συρρίκνωναν ένα κομμάτι της παραγωγικής βάσης της χώρας, ακυρώνοντας τις δυνατότητες υγιούς ανάπτυξης. Πρώτα τη βιομηχανία, μετά την πρωτογενή αγροτική παραγωγή, στη συνέχεια το περιβάλλον και τον τουρισμό μας και τώρα τη βιοτεχνία και τη μεσαία τάξη. Και σήμερα προσπαθούμε, άλλοτε επιτυχώς άλλοτε όχι, να μπαλώσουμε ένα - ένα ό,τι στραβό και παράλογο καθιερώσαμε 30 χρόνια. Και όμως, το ξέρουμε όλοι καλά, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.

Αν δεν εκσυγχρονιστεί η χώρα συνολικά και συντεταγμένα, αν δεν σχεδιάσουμε έναν χάρτη εθνικής πορείας, δίκαιης και συλλογικής, για τη διέξοδο από την κρίση, κανένα δάνειο και καμιά διαδήλωση δεν μας σώζει. Αν δεν εκπονήσουμε σχέδιο διεύρυνσης της παραγωγικής βάσης της χώρας, αν δεν βρούμε τρόπο να στηρίξουμε τις δημιουργικές δυνάμεις, ώστε να παράγουν προϊόντα, να τα εξάγουν και αν εμείς, οι πολιτικοί, δεν σκεφτόμαστε τις επιλογές μας με στόχο τη διαμόρφωση εθνικής προστιθέμενης αξίας, η μάχη είναι χαμένη, όσες δόσεις κι αν εξασφαλίσουμε. Στηρίζουμε την κυβέρνηση. Υπερψηφίζουμε τον Προϋπολογισμό, αντιλαμβανόμενοι πως υπάρχει σε εξέλιξη μια προσπάθεια σταθεροποίησης της Οικονομίας.
Αλλά ξέρετε, η διέξοδος από την κρίση θα ήταν εύκολη, αν αρκούσαν μερικές ψηφοφορίες στο Κοινοβούλιο. Αυτό που χρειάζεται είναι επεξεργασία και σχέδιο, ευρύτατες συνεργασίες, και καθημερινή εγρήγορση όχι μόνο απέναντι στα δημοσιονομικά αδιέξοδα αλλά και απέναντι στο φασισμό, την κατάχρηση των θεσμών και τη διαφθορά, το λαϊκισμό, τα στερεότυπα και απέναντι στον πολιτικό θεατρινισμό, που τελευταία, δυστυχώς, επελαύνει ακάθεκτος, διαβρωτικός, και επικίνδυνος για τους λαϊκούς αγώνες.